Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

30.8.1976: Ο Μανώλης Χριστοφίδης, συνήγορος του Νίκου Σαμψών, αγορεύοντας στο δικαστήριο είπε ότι ο κατηγορούμενος δεν υπήρξε ούτε ο εμπνευστής, ούτε και εκ των στρατιωτικών εκτελεστών του πραξικοπήματος

S-2110

30.8.1976: Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ, ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΨΩΝ, ΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΙΠΕ ΟΤΙ Ο ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΟΥΤΕ Ο ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΣ, ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΕΚ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ ΕΝΩ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΜΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΙΕΣ ή ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Ο συνήγορος του Νίκου Σαμψών Μανώλης Χριστοφίδης αγόρευσε επί μακρόν στις 30 Αυγούστου 1976, ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας που δίκαζε το Νικόλαο Σαμψών, και αναφέρθηκε σε δηλώσεις του Προέδρου Μακαρίου για την κρίση που επικρατούσε στην Κύπρο τους τελευταίους μήνες πριν από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλιου 1974, στην επιστολή Μακαρίου στον Γκιζίκη και ανέλυσε την κατάσταση που επικρατο∩σε τότε

Είπε ο Μανώλης Χριστοφίδης στην αγόρευση του:

"Ευθύς όταν θα πη κανείς προκειμένου για τις υποθέσεις του κράτους "Τi μ' ενδιαφέρει", μπορούμε να υπολογίζουμε ότι το Κράτος έχει χαθή".

Τούτα τα λόγια με τις πικρές αλήθειες τα διακήρυσσε χρόνια πριν προφητικά ο μεγάλος Ρουσσώ.

Στο δικό μας τόπο, πριν από το πραξικόπημα, προκειμένου για τις υποθέσεις του κράτους το "τι μ' ενδιαφέρει" τόλεγαν χιλιάδες πολίτες. Τόλεγε η η πλειοψηφία του λαού μας. Βυθισμένη στα αγαθά της μεγάλης ευημερίας που ανθούσε και καρποφορούσε στο νησί.

Ο καθένας μας κοιτούσε τις δουλειές του και τα κέρδη του και αδιαφορούσε για τις υποθέσεις του Κράτους, ωσάν οι υποθέσεις του Κράτους και του Κοινωνικού Συνόλου να μην ήταν και δικές του υποθέσεις ή και να μην είχαν καμμιά σχέση μαζί του.

Το ενδιαφέρον του καθενός στις υποθέσεις του Κράτους σταματούσε στην διαπίστωση ότι υπήρχε Κυβέρνηση που χειριζόταν τις κρατικές υποθέσεις.

Ηταν αναπόφευκτο αυτή μας την αδιαφορία για τα κοινά να την πληρώσουμε ακριβά και σαν κράτος και σαν Λαός και σαν άτομα.

Αν ο Ρουσσώ, έχοντας υπόψει του ένα μονάχα πολίτη να λέη "τι μ' ενδιαφέρει" για τις υποθέσεις του κράτους, μπορούσε να υπολογίζη ότι το Κράτος είχε χαθή, εμείς έχοντας υπ' όψιν τους αμέτρητους αριθμούς των αδιαφόρων για τις Κοινές υποθέσεις έπρεπε να είμαστε σίγουροι ότι ωδηγούσαμεν με την αδιαφορία μας το Κράτος στο χαμό και την καταστροφή.

Υπάρχει σπίτι τόσον σταθερό και πόλη τόσον ασφαλής ώστε τα μίση και εσωτερικές διαμάχες να μην τις διαλύσουν από στέγης μέχρι βάρθρων. Εθετε τούτο το ερώτημα αιώνες πριν ο μοναδικός Κικέρων στους πολίτες της πρώτης τότε πόλης του κόσμου.

Δεν χρεαζόταν απάντηση στο ερώτημα γιατί το ερώτημα ήταν ρητορικό και η απάντηση σ' αυτό δοσμένη: Οι εσωτερικές διαμάχες και διχασμός.

Ξένα συμφέροντα για δική τους εξυπηρέτηση υπδαύλιζαν εμφύλια πάθη και μίση. Υπήρχε διάσταση ανάμεσα στις κοινότητες που αποτελούσαν σύμφωνα με το Σύνταγμα το κράτος και υπέβοσκε στις σχέσεις τους η καχυποψία και η έχθρα.

Υπήρχε ανάμεσα στην Ελληνική Κοινότητα διχασμός φουντωμένος απο μίση και πάθη με αναμμένες τις δάδες του εμφυλίου πολέμου.

Αυτες οι εσωτερικές διαμάχες και ο διχασμός, η βία και, η αντιβία και το παρακράτος υπονόμευαν και υπέσκαπταν ανελέητα και αδίστακτα το κραταιόν του Κράτους και άφηναν το Κράτος σαν εύκολη λεία σε ποικιλώνυμους εχθρούς και επιβουλάς του.

Ολα αυτά, μαζί συνταιριασμένα μοιάζαν με έντονα κτυπήματα καμπάνας που κτυπούσε για μας για να σημάνη κακά προμηνύματα "για ποιον κτυπά η καμπάνα".

Η αξιοθρήνητη κατάσταση μετατρέπεται σε δράμα. Οι συγκλονιστικές σκηνές αρχίζουν να εκτυλίσσωνται και κλιμακώνωνται ραγδαία σε γενική μορφή.

Οι σχέσεις των δυο Κοινοτήτων στην Κύπρο και οι ελπίδες να φθάνουν σε λύση δεν κρίνονται ενθαρρυντικές από ό,τι φαίνεται και σε ομιλίαν του Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στις 2 Ιουνίου 1974 στα αποκαλυπτήρια της προτομής του Διονυσίου Σολωμού στην Πάφο.

"...Τελούντες σήμερον τα αποκαλυπτήρια της προτομής του εθνικού μας ποιητού και ατενίζοντες την μαρμάρινην μορφήν του αντλούμε εξ αυτής εθνικήν διδαχήν και κατάφασιν δυνάμεως διά την συνέχισιν της εθνικής μας πορείας. Μακρά και ανάντης είναι η πορεία και πολλά τα προβαλλόμενα εμπόδια μέχρι του τέρματος. Υπομονή και επιμονή, εγκαρτέρησις και αντοχή, ζήλος και ενθουσιασμός, θάρρος και πίστις αντλούνται διά να συνεχίσωμεν επιτυχώς την πορείαν μέχρι του τέρματος, μέχρι της κορυφής της επιτυχίας και της νίκης... Ο Κυπριακός ελληνισμός ίσταται άγρυπνος και όρθιος επί των εθνικών επάλξεων ιστάμενος και αγωνιζόμενος διά την διασφάλισιν της ελευθερίας και της εδαφικής ακεραιότητος της Κύπρου, διά την οποίαν οι Τούρκοι σύνοικοι, εμπνεόμενοι και υποκινούμενοι εξ Αγκύρας απεργάζονται σχέδια καντονοποιήσεως ή ομοσπονδίας, παρασκευάζοντες ούτω συνθήκας εδαφικής διχοτομήσεως.

Θα ακούσουν όμως οι Τούρκοι επαναλαμβανόμενον το όχι μας. Και τα σχέδια των θα προσκρούσουν εις την σθεναράν αντίστασιν μας. Αυτήν τη απάντησιν θα ακούσουν και κατά τας ενδοκυπριακάς συνομιλίας, αι οποίαι διακοπείσαι από καιρού, επαναρχίζουν προσεχώς.

Επαναρχίζομεν τας συνομιλιας διά να επιδείξωμεν πνεύμα καλής θελήσεως. Ας γνωρίζουν, όμως από τούδε οι σύνοικοι ότι από ελληνοκυπριακής πλευράς δεν υπολείπονται περιθώρια οιωνδήποτε υποχωρήσεων. Ούτε συνεταιρισμούς, ούτε καντόνια, ούτε περιφερειακήν, ούτε ομοσπονδίαν δεχόμεθα.

Και αν οι Τούρκοι επιμείνουν εις τοιαύτας παραλόγους αξιώσεις, σπατάλη χρόνου θα είναι αι συνομιλίαι. Και αποτυχία θα είναι η κατάληξις των.

Εάν δε αι συνομιλίαι αποτύχουν, πρέπει οι Τούρκοι να γνωρίζουν ότι θα αποσύρωμεν και τας μέχρι τούδε προσφοράς μας, αι οποίαι αποτελούν σοβαράς προς αυτούς παραχωρήσεις.

Ο Κυπριακός Ελληνισμός είναι έτοιμος και αποφασισμένος να αντιμετωπίση όλας τας συνεπείας.

Δεν θα πτοηθώμεν και δεν θα υποκύψωμεν ούτε εις πιέσεις ούτε εις εκβιασμούς ούτε εις εκβιασμούς ούτε εις εκφοβισμούς, ούτε εις απειλάς τουρκικής επεμβάσεως. Αύτη είναι η σταθερά και αμετάκλητος απόφασις μας και με την απόφασιν αυτήν θα συνεχίσωμεν τον αγώνα μέχρι του αισίου τέρματος".

Στην άλλη πλευρά οι Τούρκοι με ξεκάθαρους σκοπούς και στόχους, έκδηλους, γνωστούς και πρόδηλους σε όλους εμμένουν και επιμένουν αμετάθετοι σ' αυτούς και αναμένουν την αφορμήν με συγκεντρωμένα και ετοιμοπόλεμα τα στρατεύματά τους, για να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους διά πυρός και σιδήρου.

Αι σχέσεις των Κυβερνήσεων Αθηνών- Λευκωσίας διαταράσσονται. Το "πατροπαράδοτον" πλαίσιον αρμονικής συνεργασίας των κλονίζεται και θρυμματίζεται. Επιγραμματικά περιγράφει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας την αρχήν του διά συνεργασίαν με την εκάστοτε Ελληνική Κυβέρνηση στο γράμμα του προς τον Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας Στρατηγό Γκιζίκη στις 2 Ιουλίου 1974:

"Είχον πάντοτε ως αρχήν και επανειλημμένως εδήλωσα ότι η συνεργασία μου μετά της εκάστοτε Ελληνικής Κυβερνήσεως αποτελεί δι' εμέ εθνικόν καθήκον.

Το Εθνικόν συμφέρον υπαγορεύει την αρμονικήν και στενήν συνεργασίαν Αθηνών και Λευκωσίας.

Οιανδήποτε και αν ήτο η Κυβέρνησις της Ελλάδος, ήτο δι' εμέ η Κυβέρνησις της Μητρός Παρίδος και έπρεπε να συνεργάζομαι μετ' αυτής.

Δεν δύναμαι να είπω ότι τρέφω ιδιαιτέραν συμπάθειαν προς στρατιωτικά καθεστώτα και μάλιστα εις την Ελλάδα, την χώραν, η οποία εγέννησε και ελίκνησε την δημοκρατίαν. Αλλά και εις αυτήν την πρίπτωσιν δεν παρεξέκλινα της αρχής μου περί συνεργασίας... Δέν επιθυμώ διακοπήν της συνεργασίας μου μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Δέον όμως να ληφθή υπ' οψιν ότι δεν είμαι διωρισμένος νομάρχης ή τοποτηρητής εν Κύπρω, αλλά εκλελεγμένος ηγέτης μεγάλου τμήματος Ελληνισμο∩ και απαιτώ ανάλογον προς εμέ συμπεριφοράν του Εθνικού Κέντρου..."

Μήλον έριδος και αφορμή στην διαμάχη Αθηνών-Λευκωσίας η Εθνική Φρουρά, η εσωτερική της κατάσταση και οι δραστηριότητες ωρισμένων στελεχών της. Κράτος εν κράτει, η Εθνική Φρουρά, αφέθη να εξαρτάται αποκλειστικά από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν και αποτελεί η περίπτωση της μοναδικό παράδειγμα στο οποίο υπεύθυνη Κυβέρνηση απεμπολεί και εγκαταλείπει μακροχρόνια τα αναφαίρετα και αναπαλλοτρίωτα δικαιώματά της να ελέγχη και να διοική τις ένοπλες δυνάμεις της.

Η προσπάθεια της Κυπριακής Κυβερνήσεως να επαναφέρη στα χέρια της τα δικαιώματα ελέγχου και διοικήσεως της Εθνικής Φρουράς γίνεται με τρόπον αποφασιστικόν και ανυποχώρητον.

Στις 6 Ιουνίου ο Πόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δηλώνει τα ακόλουθα:

"Βάσει του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου, ως σαφώς εν τω άρθρω 13 αναγράφεται, οι αξιωματικοί ΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ υπό του Υπουργικού Συμβουλίου και υπό τοιούτους όρους ως ήθελε τούτο καθορίσει. Ούτε ο Διοικητής, ούτε το Γενικόν Επιτελείον, ούτε οισδήποτε άλλος έχει δικαίωμα να ονομάζη και διορίζη αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς.

Το δικαίωμα τούτο έχει μόνον η Κυβέρνησις. Είναι βεβαίως επιθυμητόν όπως ακούει η Κυβέρνησις επί του θέματος συμβουλάς και εισηγήσεις της στρατιωτικής ηγεσίας. Ουδεμίαν όμως έχει υποχρέωσιν αποδοχής των οιωνδήποτε εισηγήσεων και διατηρεί εις απόλυτον βαθμόν το δικαίωμα να διορίζη τους αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς. Είναι γεγονός ότι επί έτη το Υπουργικόν Συμβούλιον απεδέχετο άνευ συζητήσεως τας εν προκειμένω εισηγήσεις του Γενικού Επιτελείου.

Η ανεπιφύλακτος, όμως, αύτη εμπιστοσύνη εις το θέμα της επιλογής των Δοκίμων Εφέδρων Αξιωματικών κατέληξεν εις δυσαρέστους καταστάσεις εντός και εκτός της Εθνικής Φρουράς. Δόκιμοι Εφεδροι Αξιωματικοί είναι εντός και εκτός της Φρουράς συστηματικοί προπαγανδισταί κατά της Κυπριακής Κυβερνήσεως, οργανούντες και πρωτοστατούντες εις αντικυβερνητικάς εκδηλώσεις. Συχνάκις είναι ήρωες πολλών επεισοδίων στρεφομένων κατά της Κυβερνήσεως και διά των όλων ενεργειών των καθιστούν την Εθνικήν Φρουράν χώρον εκκολάψεως και εκτροφής αντικυβερνητικών στοιχείων, διά των οποίων τροφοδοτείται και η τρομοκρατική οργάνωσις ΕΟΚΑ Β.

Παγκοίνως γνωστόν τυγχάνει εξ άλλου ότι εις όλας τας περιπτώσεις σοβαράς κλοπής οπλισμού από αποθήκας της Εθνικής Φρουράς ενέχονται πάντοτε Δόκιμοι Αξιωματικοί.

Αυτή είναι η θλιβερά κατάστασις ήτις ωδήγησε την Κυβέρνησιν εις την απόφασιν να αποδίδη του λοιπού ιδιαιτέραν σημασίαν ως προς τα στελεχούντα την Εθνικήν Φρουράν πρόσωπα. Επιθυμούμεν Εθνικήν Φρουράν ήτις να είναι όργανον του κράτους και όργανον εθνικής ασφαλείας, ουχί δε ως σήμερον συμβαίνει, εστία ανωμαλιών και υπόβαθρον συνωμοσίας.

Λυπούμαι διότι προσφάτως ενεγράφησαν εις την Σχολήν εκπαιδεύσεως Αξιωματικών άτομα, τα οποία περιληφθέντα εις υποβληθέντα προς το Υπουργικόν Συμβούλιον υπό του Γενικού Επιτελείου κατάλογον απερρίφθησαν ως μη νομιμόφρονες.

Θεωρώ απολύτως απαράδεκτον την τοιαύτην στάσιν και ενέργειαν του Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς.

Το Γενικόν Επιτελείον ουδόλως δικαιούται να αμφισβητή καθ' οιονδήποτε τρόπον, πολύ δε περισσότερον να παραγνωρίζη τας αποφάσεις της Κυβερνήσεως και να ενεργή αντιθέτως προς τον Νόμον.

Η παραγνώρισις της αποφάσεως της Κυβερνήσεως έναντι του θέματος του διορισμού αξιωματικών της Εθικής Φρουράς και η απόπειρα δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων δημιουργεί ζήτημα ηθικής τάξεως και συνιστά κατάστασιν, η οποία δεν είναι νοητόν να γίνη αποδεκτή. Δι αυτόν και δι' άλλους λόγους, οίτινες εκλόνισαν την εμπιστοσύνην προς την Εθνικήν Φρουράν, η Κυβέρνησις μελετά τρόπους εξυγιάνσεως της καταστάσεως".

Την 1ην Ιουλίου ο Κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κυπριακής Κυβερνήσεως εδήλωσε τα ακόλουθα σχετικά με το πρόβλημα των Ελλήνων Αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς:

"Η Εθνική Φρουρα ανήκει εις το Κυπριακόν κράτος, του οποίου είναι όργανον διά την προάσπισιν της ασφαλείας και ακεραιότητος του. Βρίσκεται υπό τον έλεγχον της Κυπριακής Κυβερνήσεως και διοικείται βάσει του περί Εθνικής Φρουράς νόμου, ο οποίος κατηρτίσθη με την βοήθειαν και βάσει συμβουλών της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

Η Εθνική Φρουρά υπάγεται εις την Κυπριακήν Κυβέρνησιν και ουδεμία άλλη Κυβέρνησις δύναται να επεμβαίνη εις το έργον ή την διοίκησιν της.

Ο ρόλος της Ελληνικής Κυβερνήσεως στο θέμα της Εθνικής Φρουράς υπήρξε πάντοτε βοηθητικός και δεν υφίσταται θέμα διοικήσεως της με οδηγίες εξ Αθηνών.

Η Κυπριακή Κυβερνησις εζήτησεν εξ αρχής ως βοήθειαν από την ελληνικήν την παραχώρησιν αριθμού Ελλήνων αξιωματικών. Η ελληνική Κυβέρνησις παραχώρησε τους αξιωματικούς αυτούς και η Κύπρος είναι ευγνώμων προς τούτο. Απόκειται βεβαίως εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν να αποφασίση κατά πόσον δύναται να ανταποκρίνεται εις την εκάστοτε ζητούμενην βοήθειαν, όπως απόκειται και εις την Κυπριακήν να αποφασίση το ύψος της ζητουμένης βοηθείας. Αλλωστε μείωσις σήμερον των υπηρετούντων εις την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικών θα απετέλει ανακούφισιν και διά το Γενικό Επιτελείο των Ενόπων Δυνάμεων της Ελλάδος. Η Ελληνική Κυβέρνησις δύναται να συμβουλεύη την Κύπρον επί θεμάτων Αμύνης και γενικώτερον επί θεμάτων της Εθνικής Φρουράς και όπως είναι φυσικόν ν' απαναπτύσσωνται απόψεις των δυο κυβερνήσεων επί τοιούτων θεμάτων. Αρμοδία όμως διά να λαμβάνη αποφάσεις διά τα θέματα αυτά είναι η Κυπριακή Κυβέρνησις, ουδεμία δε άλλη πλευρά έχη δικαίωμα ή δύναται να επιβάλη τας απόψεις της. Πιθανή άρνησις να εφαρμοστούν αι εν προκειμένω απόψεις της Κυπριακής Κυβερνήσεως θα εσήμαινεν ανταρσίαν.

Θα ήθελεν όμως η Ελληνική Κυβέρνησις να οδηγήση διά των Ελλήνων Αξιωματικών εις μίαν τοιαύτην ανταρσίαν με καθοδήγησιν εξ Αθηνών;

Μία τοιαύτη ενέργεια θα σήμαινε επέμβασιν εις τα εσωτερικά της Κύπρου, η οποία είναι πρώτον ανεξάρτητον κράτος με ανεγνωρισμένην διεθνώς κυβέρνησιν και δεύτερον μέλος διεθνών Οργανισμών και έχουσα διπλωματικάς σχέσεις με όλα τα κράτη. Εν πάση περιπτώσει, η Κυβέρνησις δεν θα επιτρέψη στην Εθνική Φρουρά να γίνει κέντρον συμωμοσιών εναντίον της Κυβερνήσεως ούτε και δύναται να γίνη ανεκτή η ανάμειξις αξιωματικών ή ανδρών της Εθνικής Φρουράς εις αναπτεπτικάς ενεργείας κατά της Κυβερνήσεως. Η Κυπριακή Κυβέρνησις έλαβε τας αποφάσεις της και δεν θα υποχωρήση. θα εφαρμοσει τας αποφάσεις της δια την Εθνικήν Φρουράν".

Στο γράμμα του προς τον Στρατηγό Γκιζίκη, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρρχιεπίσκοπος Μακάριος έγραφε σχετικά με το θέμα αυτό μεταξύ άλλων:

" Εις την προσπάθειαν διαλύσεως της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου μεγάλη είναι η ευθύνη της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

Το Κυπριακόν κράτος πρέπει να διαλυθή μόνον είς περίπτωσιν Ενώσεως. Μη καθισταμένης όμως, εφικτής της Ενώσεως, επιβάλλεται ισχυροποίησις της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου.

Η Ελληνική Κυβέρνησις διά της στάσεως της έναντι του θέματος της Εθνικής Φρουράς, ασκεί καταλυτικήν πολιτικήν επί του κυπριακού κράτους. Προ μηνών το εξ Ελλήνων αξιωματικών αποτελούμενον Γενικόν Επιτελείον της Εθνικής Φρουράς υπέβαλεν εις την Κυπριακήν Κυβέρνησιν προς έγκρισιν κατάλογον υποψηφίων δοκίμων εφέδρων αξιωματικών, οίτινες θα εφοίτων εις την ειδικήν σχολήν, διά να υπηρετήσουν ακολούθως κατά την διάρκειαν της στρατιωτικής θητείας των ως αξιωματικοί.

Εκ του υποβληθέντος καταλόγου δεν ενεκρίθησαν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου πεντήκοντα επτά εκ των υποψηφίων.

Ειδοποιήθη περί τούτου γραπτώς το Γενικόν Επιτελείον.

Παρά ταύτα, κατόπιν οδηγιών εξ Αθηνών, το Επιτελείον ουδόλως έλαβε υπ' όψιν την απόφασιν του Υπουργικού Συμβουλίου, έχοντος βάσει νόμου απόλυτον δικαίωμα διορισμού αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς.

Ενεργούν ασυδότως και αυθαιρέτως, το Γενικόν Επιτελείον κατεπάτησε νόμους, περιφρόνησε την απόφασιν της Κυπριακής Κυβερνήσεως και ενέγραψεν εις την Σχολήν Αξιωματικών τους μη εγκριθέντας υποψηφίους.

Απολύτως απαράδεκτον θεωρώ την τοιαύτην στάσιν του εξ Ελληνικής Κυβερνήσεως εξαρτωμένου Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς.

Η Εθνική Φρουρά είναι όργανον του Κυπριακού κράτους και υπ' αυτού πρέπει να ελέγχεται και ουχί εξ Αθηνών.

Η θεωρία περί ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδος- Κύπρου έχει την συναισθηματικήν πλευράν της.

Αλλ' εν τη πραγματικότητι διάφορος είναι η κατάστασις.

Η Εθνική Φρουρά ως έχουν σήμερα η σύνθεσις και η στελέχωσις της εξετράπη του σκοπού της και κατέστη εκτροφείο παρανόμων, κέντρον συνωμοσιών κατά του κράτους και πηγή τροφοδοσίας της ΕΟΚΑ Β.

Αρκεί να λεχθή ότι κατά την προσφάτως ενταθείσαν τρομοκρατικήν δραηστηριότητα της ΕΟΚΑ Β, αυτοκίνητα της Εθνικής Φρουράς μετέφερον οπλισμόν και μετεκίνουν εν ασφαλεία μέλη της οργανώσεως, των οποίων επέκειτο η σύλληψις.

Και διά την εκτροπήν αυτήν της Εθνικής Φρουράς απόλυτον την ευθύνην έχουν οι Ελληνες αξιωματικοί, μερικοί των οποίων είναι από ποδών μέχρι κεφαλής αναμεμιγμένοι και συμμέτοχοι εις την δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β. Και εις τούτο ευθύνης άμοιρον δεν είναι το Εθνικόν Κέντρον. Ηδύνατο η Ελληνική Κυβέρνησις δι' απλού νεύματος της, να θέση τέρμα εις την θλιβεράν αυτήν κατάστασιν.

Ηδύνατο το Εθνικόν Κέντρον να διατάξη τον τερμαρτισμόν της βίας και της τρομοκρατίας υπό της ΕΟΚΑ Β, διότι εξ Αθηνών αντλεί η οργάνωσις τα μέσα συντηρήσεως και την δύναμιν της, ως εγγράφως μαρτυρούν τεκμήρια και αποδείξεις.

Δεν έπραξεν, όμως, τούτο η Ελληνική Κυβέρνησις.

Ως ένδειξιν μιας ανεπιτρέπτου καταστάσεως σημειώ ενταύθα παρενθετικώς ότι και εις Αθήνας ενεγράφησαν προσφάτως συνθήματα και κατ' εμού και υπέρ της ΕΟΚΑ Β εις τους τοίχους ναών και άλλων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένου και του κτιρίου της κυπριακής Πρεσβείας.

Και η Ελληνική Κυβέρνησις, καίτοι γνωρίζει τους δράστας, ουδενός επειδίωξε την σύλληψιν και την τιμωρίαν, ανεχομένη κατ' αυτόν τον τρόπον προπαπαγάνδαν υπέρ της ΕΟΚΑ Β.

Πολλά έχω να πω, Κύριε Πρόεδρε, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να μακρυγορήσω περισσότερον.

Και διά να καταλήξω, διαβιβάζω ότι η από Ελλήνων αξιωματικών στελεχωμένη Εθνική Φρουρά, της οποίας το κατάντημα εκλόνισε την προς αυτήν εμπσιτοσύνη του Κυπριακού λαού, θα αναδιαρθρωθή επί νέας βάσεως.

Εμείωσα την στρατιωτικήν θητείαν διά να ελαττωθή η οροφή της Εθνικής Φρουράς και το μέγεθος του κακού.

Πιθανώς να παρατηρηθή ότι ελάττωσις της δυνάμεως της Εθνικής Φρουράς, λόγω συντμήσεως της στρατιωτικής θητείας, δεν καθιστά αυτήν ικανήν να ανταποκριθή εις την αποστολήν της εν περιπτώσει εθνικού κινδύνου.

Διά λόγους τους οποίους δεν επιθυμώ ενταύθα να εκθέσω δεν συμμερίζομαι αυτήν την άποψιν. Και θα παρεκάλουν όπως ανακληθούν οι στελεχούντες την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικοί εξ Ελλάδος.

Η παραμονή των εις την Εθνικήν Φρουράν και η υπ' αυτών διοίκησις της θα είναι επιζήμιος εις τας σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας. Θα ήμην, εν τούτοις ευτυχής, εάν ηθέλητε να αποστείλητε εις Κύπρον περί τους εκατόν αξιωματικούς ως εκπαιδευτάς και στρατιωτικούς συμβούλους, διά να βοηθήσουν εις την αναδιοργάνωσιν και αναδιάρθωσιν των ενόπλων δυνάμεων της Κύπρου".

Σε δημοσιογραφική διάσκεψη στις 5 Ιουλίου 1974 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δέκτηκε τις ακόλουθες ερωτήσεις και έδωσε τις ακόλουθες απαντήσεις που σχετίζονται με το εξεταζόμενον θέμα:

ΕΡΩΤΗΣΙΣ: Είναι γενική η εντύπωσις ότι αι σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας διέρχονται κατά την παρούσαν περίοδον πολύ σοβαράν δοκιμασίαν. Δύνασθε Μακαριώτατε, να εκθέσετε τους λόγους της τοιαύτης κρίσεως εις τας σχέσεις μεταξύ Ελληνικής και Κυπριακής Κυβερνήσεως;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ: Είναι αληθές ότι από τινος αι σχέσεις μεταξύ της Ελληνικής και της Κυπριακής Κυβερνήσεως δεν είναι αρμονικαί. Δύο είναι οι κυριώτεροι λογοι, οι οποίοι προεκάλεσαν την μέχρι βαθμού σοβαράς δοκιμασίας δυσαρμονίαν σχέσεων μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας. Σοβαράν αιτίαν απετέλεσαν η στάσις και η συμπεριφορά ωρισμένων εκ των στελεχούντων την Εθνικήν Φρουράν Ελλήνων αξιωματικών, ιδιαιτέρως δε η ανάμειξις και η κατά διαφόρους τρόπους υποστήριξις εξ αυτών της οργανώσεως ΕΟΚΑ Β και ενθάρρυνσις της εις τρομοκρατικήν δραστηριότητα, αποσκοπούσαν εις την κατάλυσιν της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου. Είναι γεγονός αναμφισβήτητον ότι η ελεγχόμενη υπό Ελλήνων αξιωματικών Εθνική Φρουρά κατέστη το βασικόν στήριγμα και ο τροφοδότης της εγληματικής οργανώσεως ΕΟΚΑ Β.

Ετερος λόγος είναι η εγγραφή εις την εν Πολεμιδίοις Σχολήν Αξιωματικών, πεντήκοντα επτά υποψηφίων Δοκίμων Αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς, τους οποίους το Υπουργικόν Συμβούλιον, ως έχει βάσει νόμου απόλυτον δικαίωμα, δεν ενέκρινε. Ειδοποιήθη περί τούτου γραπτώς το Γενικόν Επιτελείον της Εθνικής Φρουράς. Μετ' ολίγας ημέρας το Γενικόν Επιτελείον κατόπιν οδηγιών εξ Αθηνών απήντησεν ότι θα παρέμενον εις την σχολήν οι μη εγκριθέντες υπό του Υπουργικού Συμβουλίου υποψήφιοι.

Η καταπάτησις ισχυούσης περί Εθνικής Φρουράς νομοθεσίας και η περιφρόνησις αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου ήτο κατ' εμέ ανεπιθύμητος εισαγωγή δικτατορίας εις την Κύπρον και απόπειρα μετατροπής της Εθνικής Φρουράς από οργάνου του κράτους εις στρατόν εσωτερικής κατοχής.

ΕΡ: Ο τύπος της αντιπολιτεύσεως έγραψε ότι η ελληνική Κυβέρνησις θα διακόψη τις σχέσεις της με την Κυπριακήν, εις περίπτωσιν, κατά την οποίαν η δευτέρα θα προχωρήση εις την εφαρμογήν των μέτρων διά την Εθνικήν Φρουράν. Αντιμετωπίζετε τοιούτον ενδεχόμενον και εάν ναι, ποίαι θα είναι οι επιπτώσεις το πολιτικόν και αμυντικόν πρόβλημα της Κύπρου;

ΑΠ: Θλιβεράν εξέλιξιν θα απετέλει μία τοιαύτη απόφασις της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Εν πάση περιπτώσει, τα αποφασισθέντα διά την εξυγίανσιν της Εθνικής Φρουράς μέτρα θα εφαρμοσθούν. Θα ήτο δε σοβαρόν σφάλμα της Ελληνικής Κυερνήσεως εάν έδιδε καθ' οιονδήποτε τρόπον την εντύπωσιν ότι επιζητεί ή έχει τον έλεγχον της Εθνικής Φρουράς. Πλην άλλων, θα παρείχεν επιχειρήματα και θα έδιδεν έδαφος εκμεταλλεύσεως εις τους εχθρούς της Κύπρου.

ΕΡ: Διετυπώθησαν διάφοροι επικρίσεις, διότι η θητεία των Εθνοφρουρών μειούται εις περίοδον κρίσεως εις τας ελληνοτουρκικάς σχέσεις, καθώς και εις δύσκολον περίοδον διά το Κυπριακόν, λόγω των παραλόγων τουρκικών αξιώσεων. Ποία η απάντησις σας και τι ώθησε την Κυβέρνησιν εις την μείωσιν της θητείας;

ΑΠ: Η ελάττωσις της δυνάμεως της Εθνικής Φρουράς λόγω συντμήσεως της θητείας ουδόλως πρέπει να συσχετισθή με τας εξελίξεις εις τας ελληνοτουρκικάς σχέσεις. Ως προς την αντιμετώπισιν εθνικών κινδύνων εν Κύπρω, λυπούμαι να είπω ότι η Εθνική Φρουρά υπό την σημερινήν σύνθεσιν και διάρθρωσιν της, δεν αποτελεί δύναμιν την οποίαν το κυπριακόν κράτος θα είχεν εις την διάθεσιν του εν ώρα ανάγκης διά την άμυναν και την διασφάλισιν της εδαφικής ακεραιότητος της Κύπρου. Η αναδιοργάνωσις των ενόπλων δυνάμεων μας θα καταστήση ταύτας πλέον ετοίμους δι' ανταπόκρισιν εις την αποστολήν των.

ΕΡ: Εις περίπτωσιν αρνήσεως της ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς να εφαρμόση τας αποφάσεις της Κυβερνήσεως τι προτίθεσθε να πράξετε;

ΑΠ: Αρνησις της ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς να εφαρμόση τας αποφράσεις της Κυβερνήσεως θα εσήμαινε περίπου κατάλυσιν του Κυπριακού κράτους. Και μία τοιαύτη εξέλιξις δεν είναι δυνατόν να επιτραπή".

Παραμονές του πραξικοπήματος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπισκοπος Μακάριος σε συνέντευξη του προς τον Αγγλον Μάϊκλ Νίκολσον που μεταδόθηκε από το σύστημα των Ανεξαρτήτων Τηλεοπτικών Νέων, από την Γιουροβίζιον και 90 σταθμούς τηλεοράσεως είναι τα εξής:

ΕΡ: Ποία υπήρξε η αντίδρασις των Αθηνών εις την επιστολήν-τελεσίγραφον Σας προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν;

ΑΠ: Δεν είχον μέχρι τούδε οιανδήποτε απάντησιν ή αντίδρασιν εξ Αθηνών. Εν πάση περιπτώσει ανεξαρτήτως της απαντήσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως την 20 Ιουλίου η αριθμητική δύναμις της Εθνικής Φρουράς θα μειωθή. Θα προχωρήσω εις την εφαρμογήν των αποφάσεων μου προς τον σκοπόν, όπως η Εθνική Φρουρά, η οποία ευρίσκεται σήμερον ουσιαστικώς υπό τον έλεγχον της Ελληνικής Κυβερνήσεως καταστή όργανον της Κυπριακής Κυβερνήσεως".

Ενώ η Κυπριακή Κυβέρνησις ανέμενε απάντησιν από την Ελληνικήν γραπτήν ή έμπρακτον, ο Κυβερνητικός εκπρόσωπος ετόνιζε σχεδόν καθημερινώς τα εξής:

-Τα υπό του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δηλωθέντα την περασμένην Παρασκευήν και τα περιληφθέντα στην επιστολή του προς Γκιζίκη, όσον αφορά τους Ελληνες αξιωματικούς θα εφαρμοσθούν κατά γράμμα και ότι δεν είναι μακράν ο χρόνος της εφαρμογής των.

- Η θέσις του Μακαριωτάτου είναι γνωστή. Αι αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου και τα εξαγγελθέντα μέτρα θα εφαρμοσθούν χωρίς καμμίαν αλλαγήν.

- Θα ληφθούν πρακτικά μέτρα, ώστε να εφαρμοσθούν αι αποφάσεις της Κυπριακής Κυβερνήσεως.

Στη σύγκρουση του Προέδρου της Δημοκρατίας με το Δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών, ο Πολιτικός κόσμος της Ελλάδος συμπαρίσταται ολόψυχα προς τον Αρχιεπίσκοπον Μακάριον.

Ολες οι ενδείξεις δημιουργούν βεβαιότητα ότι θα γίνη Πραξικόπημα:

- Οι ελληνοκυπριακές οργανώσεις καλούν τον Κυπριακό Λαό να επαγρυπνή για να ανατρέψη απόπειραν πραξικοπήματος.

Την 1ην Ιουλίου 1974 ο Μακαριώτατος δηλώνει:

"Δεν διαθέτουμε πληροφορίες για την προετοιμασία δράσεως της Εθνικής Φρουράς. Αν όμως εκδηλωθή απόπειρα πραξικοπήματος αι Δυνάμεις Ασφαλείας είναι εντελώς έτοιμες να απαντήσουν στους συνωμότες και θα εφαρμοσθούν αμέσως τα σχεδια Λαϊκής αποτελεσμαστικής Αντιστάσεως.

Στις 5 Ιουλίου 1974 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ερωτάται:

- Γίνεται και πάλιν λόγος περί πραξικοπήματος στην Κύπρο με την βοήθειαν των Αθηνών, των Ελλήνων Αξιωματικών και της Εθνικής Φρουράς. Πόσην σημασίαν Σεις αποδίδετε εις τας τοιαύτας φωνάς;

Και ο Μακαριώτατος απαντά ως εξής:

"Ουδεμιαν σημασίαν δίδω εις τα περί Πραξικοπήματος δημοσιεύματα. Δεν υπάρχει κατά την γνώσιν μου πιθανότης πραξικοπήματος. Αλλά και εις περίπτωσιν πραξικοπήματος δεν υπάρχει προοπτική επιτυχίας.

- Εγένετο δήλωσις περί λαϊκής αντιστάσεως εις περίπτωσιν αποπείρας διενεργείας πραξικοπήματος εναντίον της Κυπριακής Κυβερνήσεως. Πώς εννοείτε την λαϊκήν αυτήν αντίστασιν;

- Ο Κυπριακός Ελληνισμός υπέστη πολλάς θυσίας διά την ελευθερίαν του και δεν είναι δυνατόν να ανεχθή υποδούλωσιν του εις πραξικοπηματίας. Η δυναμική αντίστασις του θα εκδηλωθή κατά ποικίλους τρόπους.

Ηταν φανερό από τα ανωτέρω ότι τα πολιτικά πράγματα στις σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας έπαιρναν τροπή ανεπιθύμητη, εκρηκτική και επικίνδυνη σε στιγμές οξύτατης κρίσης στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκίας με επίπεδον το Αιγαίον.

Ηκούσθησαν φωνές ανθρώπων που καλούσαν τα ενδιαφερόμενα μέρη σε σύμπονοια, ενότητα και συνεργασία εν ονόματι και χάριν του Ελληνισμού.

Σε δηλώσεις του ο τέως πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος που μεταδόθηκαν από ευρωπαϊκούς ραιδοσταθμούς είπε τα εξής:

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εκπροσωπεί αναμφισβητήτως την μεγάλην πλειοψηφίαν των Ελλήνων της Κύπρου. Οφείλω να ομολογήσω ότι δεν υπήρξε ούτε προ του Απριλίου 1967 πάντοτε και εις όλας τας περιπτώσεις εύκολος η συνεργασία Αθηνών μαζί του. Αλλά με πρόθυμον συμβολήν και του ιδίου, διακρινομένου διά την μεγάλην ουδέρκειαν και σωφροσύνην του, εξευρίσκετο πάντοτε τρόπος εναρμονίσεως των απόψεων Αθηνών- Λευκωσίας. Η έκκλησις εις την οποίαν προέβη προ τριών ετών να γίνη σεβαστή εκ μέρους των Αθηνών, η ιστορική αποστολή του δυστυχώς δεν εισηκούσθη.

Ευρισκόμεθα τώρα ενώπιον μιας τραγικής εμπλοκής. Τον Δεκέμβριον του 1967 απεχώρησαν αι στρατιωτικαί δυνάμεις εκτός της ΕΛΔΥΚ που είχαν σταλη εξ Ελλάδος εις την Κύπρον κατ αξίωσιν της Τουρκίας. Τώρα εφθάσαμεν εις το θλιβερώτατον σημείον, να αξιοί ο Ελλην αρχηγός του Κυπριακού κράτους την απομάκρυνσιν μεγάλου αριθμού των πλαισιούντων την Εθνικήν Φρουράν Ελλήνων αξιωματικών. Πταίει τάχα ο Αρχιεπίσκοπος διά την απόφασιν που έλαβε; Εξ όσων γνωρίζω, όχι. Εις την απόφασιν του τον ωδήγησε η πολιτική των Αθηνών.

Τι επιδιώκουν εις την Κύπρον οι κυβερνώντες εν Ελλάδι; Είναι αδύνατον να απαντήσω εις το ερώτημα τούτο. Φοβάμαι, ακόμη και να μεταντεύσω τους πραγματικους σκοπούς των. Βέβαιον είναι ότι ο Ελληνισμός, με την απειλουμένην δραματικήν θραύσιν του ηθικού θεσμού Αθηνών-Λευκωσίας εισέρχεται εις μίαν κρίσιν απροβλέπτων και απροσμετρήτων συνεπειών και μάλιστα καθ ην ώραν έχει οξυνθή η κρίσις εις τας σχέσεις Ελλάδος-Τουρκίας.

Αποδίδω μεγίστην σημασίαν-και τούτο εν ονόματι του ελληνισμου, ως ενιαίας και ακαταλύτου ιστορικής πραγματικότητος- εις την αποκατάστασιν αρμονικών σχέσεων μεταξύ Αθηνών-Λευκωσίας, αποκατάστασιν που προϋποθέτει τον ειλικρινή εκ μέρους των Αθηνών σεβασμόν της ανεξαρτησίας του Κυπριακού Κράτους".

Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, ιδιοκτήτης και αρθρογράφος του "Ελευθέρου Κόσμου" επισκέπτεται εκτάκτως την Κύπρον και συναντάται με τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπον Μακάριον στις 9 Ιουλίου 1974 εις μίαν προσπάθειαν να βοηθήση στην αποκατάσταση των σχέσεων Εληνικής και Κυπριακής Κυβερνήσεως. Ο Πρόεδρος Μακάριος ενημερώνει το Υπουργικό Συμβουλιο διά την συνάντησιν του με τον Κωνσταντόπουλο.

Στις 14 Ιουλίου 1974 η εφημερίδα του Κωνσταντόπουλου " Ελεύθερος Κόσμος" εις κύριον άρθρον της γράφει μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

"Το Εθνος μας αντιμετωπίζει σοβαρόν εξωτερικόν κίνδυνον. Δεν τον προεκάλεσεν η Ελλάς. Και η τιμή της, τα νόμιμα δικαιώματά της και τα ζωτικά της συμφέροντα της επιβάλλουν να απαντήση όπως αρμόζει εις τας παραδόσεις, εις την πρόκλησιν αν η απειλή καταστή, παρά πάσαν λογικήν, ενεργός και έμπρακτος. Αι περιστάσεις μας υπαγορεύουν απλούν και αυτονόητον καθήκον: Ενότητα, ενότητα εις το εσωτερικόν της Ελλάδος. Ενότητα εις το εσωτερικόν της Κύπρου. Ενότητα μεταξύ των Αθηνών και Λευκωσίας. Η Ελλάς κατ ουσίαν είναι μία και αδιαίρετος έστω και αν εμφανίζεται ως Ελληνικόν Κράτος, ως Κυπριακή Δημοκρατία, ως απόδημος ελληνισμός.

Ο Ελληνισμός αναμένει άμιλλαν μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας, εις θυσίας υπερ του Εθνους. Δεν είναι καιρός δι αντιδικίας και διενέξεις. Οταν το Εθνος πιθανόν να κληθή εις εκπλήρωσιν του υπερτάτου καθήκοντος, όταν οι απλοί πολίται κατέχωνται από αίσθημα αυταπαρνήσεως και εμπνέωνται από θερμόν εθνικόν φρόνημα, χρέος των ηγετών του Ελληνισμού, όπου και αν ευρίσκωνται τοποθετημένοι γεωγραφικώς είναι να δίδουν το παράδειγμα της φρονήσεως και της γενναιότητος υπέρ της πατρίδος.

Απευθυνόμενοι προς όλας τας πλευράς διατυπώνομεν εθνικήν αξίωσιν έχουσαν την έννοιαν τελεσιγράφου του Ελληνισμού προς την ηγεσίαν του: Ενότητα. Α γεγόνασι, γεγόνασι. Το παρελθόν έστω και το νωπόν, ας μη καταστρέψη το μέλλον. Ανω σχώμεν τας καρδίας. Τα αδέλφια δεν συμπλέκονται όταν αλλόφυλος αποπειράται να πυρπολήση την οικίαν τους.

Λησμονούν όσους πικρούς λόγους εξεστόμισαν, μέχρι χθες οι μεν εναντίον των δε και τρέχουν ηνωμένοι οιονεί ως εις άνθρωπος να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνον.

Προσπαθεί ο καθένας να προσφέρη κάτι περισσότερον από τον άλλον εις την υπεράσπισιν βωμών και εστιών.

Οχι Ελληνες εναντίον Ελλήνων, αλλά όλοι οι Ελληνες ηνωμένοι εις μίαν θέλησιν να σαθούν αντιμέτωποι και ακλόνητοι κατά παντός που θα απεπειράτο να θίξη τα όσια και τα ιερά μας.

Οταν η Πατρίς απειλήται δεν υπάρχουν απόλυτα αδιέξοδα, ούτε προβλματα χωρίς λύσιν. Ούτε πάθη χωρίς κατευνασμόν. Πλήρης συνειδοποίησις της ιστορικής καμπής την οποία διέρχεται κατά τας ημέρας αυτάς ο Ελληνισμός θα φέρη την λύτρωσιν από παράπονα και πικρίας, από παρεξηγήσεις και σφάλματα, από προκαταλήψεις και ισχυρογνωμοσύνας.

Το Εθνος δεν χρειάζεται διασκορπισμόν των δυνάμεων του. Εχει ανάγκην από συσπείρωσιν όλων των τέκνων του. Οφείλομων χωρίς χρονοτριβήν να σφυρηλατήσωμεν ένα αρραγές μέτωπον όλων των Ελλήνων, όπου γης και αν ζουν.

Αθήναι και Λευκωσία ας ακούσουν την φωνήν μας. Δεν είναι μονον ιδική μας φωνή. Είναι σάλπισμα του Εθνους".

Στη συνεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων της 11.7.1974 ο κατηγορούμενος αγορεύοντας πάνω σε θέμα που εισηγήθηκε ο ίδιος είπε τα εξής και εμφαίνονται στη σελ. 1304 των πρακτικών της Βουλής των Αντιπροσώπων (αρ 42):

"Κύριε Πρόεδρε,

Ως εισηγητής του θέματος θα ήθελα να αναφέρω ότι ενέγραψα το θέμα μαζί με τον κύριον Παρασκευαϊδην, έχων εις την ψυχήν μου βαθείαν ανησυχίαν διά την αμυντικήν θωράκισιν του τόπου αυτού.

Γνωρίζω Κύριε Πρόεδρε ότι υπό τα όπλα ευρίσκονται επί μονίμου βάσως 5000 Τούρκοι με επικεφαλής αξιωματικούς εκπαιδευμένους από στρατιωτικάς σχόλας της Τουρκίας. Ανησυχών διά την εξέλιξιν των εθνικών μας πεπρωμένων και της εθνικής μας υπάρξεως και αυτής ταύτης της φυσικής μας υπάρξεως, πιστεύω ακραδάντως ότι πρέπει να εξευρεθή τρόπος να μην μειωθή η ελαττωθή κατά το ελάχιστον η θωράκισις του λαού μας.

Πιστεύω κύριε Πρόεδρε ότι θα κλαύσωμεν επί ερειπίων και οι Τούρκοι, οι οποίοι ευρίσκονται προ των πυλών μας δεν θα ενδιαφερθούν την ώρα που θα σφάζουν τον λαόν αυτόν, να μάθουν εάν ο Αλφα ή ο Βήτα ήτο Μακαριακός ή αντιμακαριακός. Κοινή είναι η μοίρα των Ελλήνων της Κύπρου, από τους Τούρκους. Ας συνετισθώμεν όλοι, ας εύρωμεν συνεννοήσεις διά να κρατηθή η Κύπρος ελευθέρα.

Εξ άλλου εις άρθρα στην εφημερίδα του ΜΑΧΗ της 10.7.1974 εγράφοντο μεταξύ άλλων και τα εξής:

"Πρόκειται περί της επιτακτικής, αυτόχρημα ιστορικής ανάγκης να εξευρεθούν τρόποι και μέσα διά την εξάλειψιν των γενεσιουργών αιτίων. Τα όποια έχουν επιδεινώσει τας σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου μέχρις εκρηκτικού σημείου και δη εις στιγμάς κρισιμωτάτας και την Μεγάλην και διά την ιδιαιτέραν πατρίδα μας. Πρόκειται περί της ανάγκης να τεθή οριστικόν τέρμα εις τας μεταξύ των φθοροποιούς προστριβάς κατά τας οποίας κι αρπακτικαί διαθέσεις του προαιωνίου εχθρού έχουν ακουσθή ως εκείναι των λύκων.

Η μετάβασις του Κυπρίου Προέδρου εις την Ελληνικήν πρωτεύουσαν δι' εποικοδομητικούς μετά των ηγετών του Εθνικού κέντρου συνομιλίας θα δημιουργήση τας απαραιτήτους προϋποθέσεις διά την εγκαθίδρυσιν μιας τίμιας και ειλικρινούς συνεργασίας και θα διαλύση τας εκατέρωθεν εμφυλοχωρούσας καχυποψίας, αι οποίαι μόνον τον ενταφιασμόν της εθνικής μας υποθέσεως δύνανται να απεργάζωνται.

Η οδός της λύσεως του Εθνικού μας ζητήματος δεν διέρχεται μέσω διελκυνστίνδας τεταμένας μεταξύ των Κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδος.

Τα υψηλά πεπρωμένα της φυλής θα ευοδωθούν και θα εκπληρωθούν μόνο διά της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ ημών εδώ εις την Κύπρον και του Εθνικού μας Κέντρου.

Αυτή η αλήθεια διεκηρύχθη μυριάκις μέχρι σήμερον τας κρισίμους περιστάσεις εκ των οποίων διήλθεν η Κύπρος κατά την τελευταίαν δεκαετίαν. Ας μη μας διαφεύγουν αυτά τα ιστορικά διδάγματα. Ας αφήσωμεν κατά μέρος τα τυχόν κακώς νοούμενα γόητρα. Αυτό απαιτεί η Πατρίς. Ο Μακαριώτατος έχει προσκληθή εις Αθήνας, όπως ο ίδιος το υπέβαλεν, έστω και εμμέσως, δια της αναφοράς του εις Πρόσκλησιν γάμου. Τώρα η πρόσκλησις είναι γεγονός τετελεσμένον.

Ο,τι απομένει είναι η πρός αυτήν άμεσος και πρόθυμος ανταπόκρισις. Εάν άλλωστε ο διάλογος θεωρείται από την διεθνή διπλωματίαν, ως ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος επιλυσεως ακόμη και των σοβαρωτέρων διενέξεων του κόσμου, δεν βλέπομεν λόγον διατί η διαδικασία αυτή να μη χρησμοποιηθή ασμένως προκειμένου να λυθούν και οιαιδήποτε διαφοραί ή προστριβαί, έστω εις τας σχέσεις της Ελληνικής Κύπρου και του Εθνικού μας Κέντρου. Εις το κάτω, κάτω, οιαιδήποτε και είναι αι μεταξύ μας διαφοραί δεν πρέπει να αφεθούν να ξεσπάσουν εις βάρος της μαρτυρικής Κύπρου.

11.7.1974: Ετονίζαμεν χθες εκ των στηλών τούτων ότι οιαιδήποτε και αν είναι αι μεταξύ Λευκωσίας και Αθηνών διαφοραί, δεν πρέπει να αφεθούν να ξεσπάσουν εις βάρος του Κυπριακού λαού, ως να μη υπήρχον άλλοι ώμοι, διά να φορτωθούν τα επίχειρα των λαθών μας από εκείνους της μαρτυρικής Κύπρου.

Είναι παγκοίνως γνωστόν ότι οι Τούρκοι διαθέτουν επί των εδαφών μας 13.500 περίπου στρατιώτες εκ των οποίων τας μεν πέντε χιλιάδας επί μονίμου, τας δε υπολοίπους επί ημιμονίμου βάσεως.

Διά των δυνάμεων τούτων όλοι γνωρίζομεν ότι διατηρούν τους θήλακας της ενόπλου τρομοκρατικής ανταρσίας των, τους οποίους ταυτοχρόνως προσπαθούν να επεκτείνουν δι αρπακτικών μεθόδων με σκοπόν την ένωσιν τούτων μεταξύ των και την δημιουργίαν όσον το δυνατόν μεγαλυτέρων καντονίων.

Αυτά εν ολίγους διά τους Τούρκους. Και το ερώτημα τίθεται: Τί διαθέτομεν ημείς κατόπιν της μειώσεως της στρατιωτικής θνητείας με άμεσον αποτέλεσμα την κατακόρυφον ελάττωσιν της αριθμητικής δυνάμεως του στρατεύματος;

Απαξ και αναχωρήσουν οι εξ Ελλάδος αξιωματικοί, τότε δεν θα παραμείνη παρά ο καταπληκτικώς περιορισμένος διψήφιος αριθμός των Κυπρίων Αξιωματικών. Οι οποίοι είναι αναμφιβόλως γενναίοι άνδρες όσον είναι και φιλοπάτριδες και πλήρεις αυταπαρνήσεως. Τούτο υπό ουδενός αμφισβητείται. Πλήν όμως οι πλείστοι εξ αυτών δεν είναι απόφοιτοι οιασδήποτε σχολής Ευελπίδων και δεν έχουν την απαιτούμενην κατάλληλον στρατιωτικήν εκπαίδευσιν. Εκείνοι που εφοίτησαν εις τοιαύτην σχολήν μετρώνται μόλις εις τα δάκτυλα των δυο χειρών. Τί λοιπόν απομένει; Με πόσους και ποίους θα στελεχώσωμεν το Επιτελείον ή τα Επιτελεία προς ετοιμασίαν αμυντικών σχεδίων βάσει συγχρόνων εξελίξεων της στρατιωτικής τέχνης; Και με πόσους ή με ποιους θα πλαισιώσωμεν τας διοικήσεις των διαφόρων μονάδων;

Και πόσον υπευθύνως αντικρύζομεν τας καταστάσεις, όταν όλοι γνωρίζομεν ότι αι ενδοκυπριακαί συνομιλίαι δεν προχωρούν καθόλου καλά, όταν τα πράγματα επιδεινούνται καθημερινώς και περισσότερον και όταν διαγράφεται σαφώς το ενδεχόμενον δια την Κυβέρνησιν να προβή εις επιστράτευσιν δι αμυντικούς λόγους;

Ποίον λοιπόν και πάλιν το τραγικόν συμπέρασμα; Απλούστατα ότι είτε το εννοούμεν, είτε οχι, αφίνομεν μαζοχιστικώς τας εξελίξεις να ξεσπούν εις βάρος του Κυπριακού λαού, ο οποίος θα κληθή διά πολλοστήν και πάλιν φοράν να πληρώση τα σπασμένα".

Με πρωτοβουλία του κατηγορουμένου έγινε παραμονές του Πραξικοπήματος σύσκεψις και συνεστήθη επιτροπή από βουλευτές και άλλους πολιτικούς παράγοντες, σκοπός της οποίας ήταν να αναπτύξη δραστηριότητα δι' ομαλοποίησιν των σχέσεων Αθηνών και Λευκωσίας χάριν του Εθνικού Συμφέροντος.

Στην Κύπρον ο κόσμος ζη μέσα σε μεγάλην αννησυχίαν. Αντιλαβάνεται ότι η κρίσις στις σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας οδηγεί με μαθηματικήν ακρίβειαν σε μεγάλο κακό. Βλέπει το πραξικόπημα σαν μίαν πραγματικότητα και προαισθάνεται ότι είναι απλώς ζήτημα χρόνου το ξέσπασμα του. Εφησυχαζει όμως ο κόσμος στηριζόμενος στις Κυβερνητικές διακηρύξεις και βεβαιώσεις ότι τα πάντα στην Κύπρο είναι υπό έλεγχον.

Μιλώντας στα Ηνωμένα Εθνη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 19 Ιουλίου 1974 είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:

" Ανέμενον απάντησιν. Είχον την εντύπωσιν ότι το καθεστώς των Αθηνών δεν ηυνόει την μείωσιν της Δυνάμεως ταύτης και πολύ ολιγώτερον την αποχώρησιν των Ελλήνων Αξιωματικών.

Ο Ελλην πρέσβυς εν Κύπρω με επεσκέφθη εντολή της Κυβερνήσεως του, διά να μου εξηγήση ότι η μείωσις εις την αριθμητικήν δύναμιν της Εθνικής Φρουράς ή η αποχώρησις των Ελλήνων αξιωματικών θα εξησθένει την άμυναν της Κύπρου εν περιπτώσει κινδύνου εκ Τουρκίας. Τούτο απετέλει ισχυρισμόν, ο οποίος ακόμη και αν ενεφανίζετο ως λογικός, δεν ήτο πειστικός καθ' ότι εγνώριζον ότι όπισθεν του ισχυρισμού τούτου εκρύποντο άλλα συμφέροντα.

Απήντησα ότι, όπως εξελίχθησαν τα πράγματα, θεωρώ τον κίνδυνον εκ της Τουρκίας μικρότερον παρά τον κίνδυνον εκ μέρους των. Και απεδείχθη ότι οι φόβοι μου εδικαιώθησαν.

Το Σάββατον 13 Ιουλίου συνεκροτήθη εις τας Αθήνας υπό την προεδρίαν του Στρατηγού Γκιζίκη συνδιάσκεψις η οποία διήρκεσεν επί πολλάς ώρας. Εις ταύτην παρέστησαν ο Αρχηγός του Επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων, ο Πρέσβυς της Ελλάδος εν Κύπρω, ο διοικητής της Εθνικής Φρουράς και άλλοι επίσημοι, διά να συζητήσουν το περιεχόμενον της επιστολής μου.

Ως εδηλώθη εις σχετικόν ανακοινωθέν εκδοθέν μετά το τέλος της συσκέψεως, η σύσκεψις θα επαναλαμβάνετο την Δευτέραν 15 Ιουλίου (1974). Η αφορά εις το ανακοινωθέν εις δευτέραν σύσκεψιν ήτο απατηλή. Διότι ενώ την Δευτέραν ανέμενον απάντησιν εις την επιστολήν μου, η απάντησις ήλθε και αύτη ήτο το πραξικόπημα".

Ετσι φτάσαμε στο πραξικόπημα.

Η πολιτεία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος.

Η βία την οποίαν η Πολιτεία ώφειλε αλλά δεν κατώρθωσε να εξοστρακίση από την ζωήν του τόπου, έγινε δι αυτήν γη συμφορών. Είχε χρέος η Δημοκρατία να προστατεύση τον εαυτό της και τους αφιερωμένους της από την υπονόμευση και την φθοράν και από δυνάμεις με φανερούς και κρυφούς ολοκληρωτικούς στόχους. Τούτο το χρέος της δεν το εξεπλήρωσε η Πολιτεία έναντι των μελών της και μέσα σε αστεία χρονικά διαστήματα κατέρρευσαν τα πάντα.

Η πρωτέυουσα του κράτους περιήλθε στην απόλυτη εξουσία των πραξικοπηματιών σε διάστημα λεπτών. Μέσα σε δυο ώρες και όχι αργότερα από τις 11 το πρωϊ όλα ήσαν κάτω από τον έλεγχο των Πραξικοπηματιών: Προεδρικό Μέγαρο, Στρατόπεδο Εφεδρικού Σώματος, Αστυνομικαί διευθύνσεις, Υπουργεία, Κυβερνητικά γραφεία, Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου, Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Κεντρικαί Φυλακαί, διεθνές αεροδρόμιον. Ο,τι αποτελούσε το κράτος κατελήφθη.

Ανοργάνωτες και σπασμωδικές αντιστάσεις σε επουσιώδη μέρη της πρωτεούσης δεν λαμβάνονται υπ όψιν στην κρίση ή τη διαπίστωση του πραγματικού γεγονότος της καταλήψεως της πρωτευούσης.

- Μέσα σε ελάχιστο χρόνο κατελήφθη από της 3η μ.μ. της 15ης Ιουλόυ 1974 και η Αμμόχωστος, δευτέρα μεγάλη πόλη της Δημοκρατίας.

- Μέσα σε 32 ώρες ολόκληρος η Κύπρος ήταν κάτω από τον έλεγχο των πραξικοπηματικών δυνάμεων.

Ο Νομοθέτης παραδέχεται στο Νόμο 57/75 ότι το πραξικόπημα ανέτρεψε προσωρινά την Συνταγματική τάξη.

Μιλώντας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 10 Ιανουαρίου 1975 είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:

"Είναι αληθές ότι ο αμερικανός πρέσβυς με επεσκέφθη τρεις ημέρας προ του πραξικοπήματος και με ηρώτησεν εάν συμμεριζόμουν την άποψιν φίλων ότι η κατάστασις είναι επικίνδυνος. Απάντησα ότι κατά την άποψιν μου, η κατάστασις δεν ήτο επικίνδυνος, αλλ' ούτε και σοβαρά. Ουδέν όμως μου ανέφερε περί πραξικοπήματος. Δεν συνεμεριζόμην την άποψιν περί επικειμένου πραξικοπήματος καθ ότι επίστωνον την χούνταν με κάποιαν δόσιν λογικής, ώστε να ηδύνατο να εκτιμήση τας εκ του πραξικοπήματος συνεπείας. Εκ των πραγμάτων, όμως, απεδείχθη ότι δεν ήξιζε της πιστώσεως αυτής".

Τα ακόλουθα αποσπάσματα από την ομιλίαν του Προέδρου της Δημοκρατίας ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις 19 Ιουλιου 1974 κατά την 1780ην συνεδρίαν ουδεμίαν αμφιβολίαν αφήνουν ως προς την ταυτότητα των δραστών και των πρωτεργατών του πραξικοπήματος:

"Ο,τι συμβαινει εις Κύπρον από της παρελθούσης Δευτέρας αποτελεί μιαν πραγματικήν τραγωδίαν. Το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος έχει καραυγαλέως παραβιάσει την ανεξαρτησίαν της Κύπρου. Χωρίς ίχνος σεβασμού προς τα δημοκρατικά δικαιώματα του Κυπριακού λαού, χωρίς ίχνος σεβασμού προς την ανεξαρτησίαν και την κυριαρχίαν της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Ελληνική χούντα έχει επεκτείνει την δικτατορίαν της εις Κύπρον. Είναι βεβαίως γεγονός ότι από τινος χρόνου, ο σκοπός των καθίστατο φανερός. Ο Κυπριακός λαός είχε επί μακρόν χρόνον το

αίσθημα ότι η ελληνική χούντα ωργάνωνε πραξικόπημα...

Δεν γνωρίζω εισέτι όλας τας λεπτομερείας της Κυπριακής κρίσεως της προκληθείσης υπό του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος. Φοβούμαι ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι μέγας και ότι αι υλικαί καταστροφαί είναι βαρείαι. Οτι οπωσδήποτε αποτελεί το άμεσον ενδιαφέρον μας, επί του παρόντος, είναι ο τερματισμός της τραγωδίας...

Το πραξικόπημα δεν συνέβη υπό τοιαύτας περιστάσεις, ώστε να θεωρήται εσωτερικόν ζήτημα των ελληνοκυπρίων. Αποτελεί καθαρώς εισβολήν έξωθεν, κατά κατάφωρον παραβίασιν της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας της δημοκρατίας της Κύπρου. Το αποκαλούμενον πραξικόπημα ήτο έργον των Ελλήνων αξιωματικών που στελεχώνουν και διοικούν την Εθνικήν Φρουράν. Πρέπει επίσης να τονίσω το γεγονός ότι το Ελληνικόν στρατιωτικόν απόσπασμα (ΕΛΔΥΚ) αποτελούμενον εξ 950 αξιωματικών και οπλιτών και σταθμεύον εν Κύπρω δυνάμει της Συνθήκης Συμμαχίας, διαδραμάτισε πρωταγωνιστικόν ρόλον εις την επιδρομικήν ταύτην υπόθεσιν, εναντίον της Κύπρου. Η κατάληψις του αεροδρομίου έξωθι της πρωτευούσης διεξήχθη υπό αξιωματικών και ανδρών της ΕΛΔΥΚ που ήσαν εστρατοπεδευμένοι πλησίον του αερολιμένος.

Εξ άλλου, οι Ελληνες αξιωματικοί οι υπηρετούντες εις την Εθνικήν Φρουράν διηύθυνον τας επιχειρήσεις, αυτοί στρατολόγησαν πολλά μέλη της τρομοκρατικής οργανώσεως ΕΟΚΑ Β, την οποία εξώπλισαν με όπλα της Εθνικής Φρουράς...

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πραξικόπημα ωργανώθη υπό της ελληνικής χούντας και διεξήχθη υπό Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς και υπό αξιωματικών και ανδρών της Ελληνικής Δυνάμεως, η οποία σταθμεύει εις Κύπρον και ως τοιούτο μετεδόθη υπό του τύπου εις όλην την υφήλιον...

Δυνατόν να υποστηριχθή ότι, ό,τι συνέβη εν Κύπρω είναι μία επανάστασις και ότι μία κυβέρνησις εγκαθιδρύθη επαναστατικώ δικαίω. Αυτή δεν είναι η περίπτωσις. Δεν έγινεν επανάστασις εις Κύπρον, η οποία θα ηδύνατο να θεωρηθή ως μία εσωερική υπόθεσις. Ητο μία εισβολή, η οποία παρεβίασε την ανεξαρτησίαν, την κυριαρχίαν, της Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται εφ όσον υπάρχουν Ελληνες αξιωματικοί εις Κύπρον. Τα αποτελέσματα της εισβολής θα είναι καταλυτικά διά την Κύπρον εάν δεν υπάρξη επάνοδος εις την συνταγματικήν ομαλότητα και εάν αι δημοκρατικαί ελευθερίαι δεν αποκατασταθούν...

Δυνατόν να λεχθή ότι ήτο η Κυπριακή Κυβέρνησις η οποία προσεκάλεσε τους Ελληνας Αξιωματικούς διά να επανδρώσουν την Εθνικήν Φρουράν. Λυπούμαι να είπω ότι ήτο σφάλμα μου να δώσω εις αυτούς τόσην εμπιστοσύνην. Κατεχράσθησαν αυτής της εμπιστοσύνης και αντί να βοηθήσουν εις την προστασίαν της ανεξαρτησίας της Κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητος της νήσου, ούτοι οι ίδιοι κατέστησαν επιδρομείς.

Ποιώ έκκλησιν εις τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να πράξουν ό,τι δύναται διά να θέσουν τέρμα εις την ανώμαλον κατάστασιν η οποία εδημιουργήθη διά του πραξικοπήματος των Αθηνων... Καλώ το Συμβούλιον Ασφαλείας να χρησιμοποιήση όλους τους τρόπους και τα εις την διάθεσιν του μέσα, ώστε η συνταγματική τάξις εν Κύπρω και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν άνευ καθυστερήσεως...

Καθώς έχω ήδη δηλώσει τα γεγονότα εις Κύπρον δεν αποτελούν εσωτερικήν υπόθεσιν των Ελλήνων της Κύπρου, οι Τούρκοι της Κύπρου επηρεάζονται επίσης. Το πραξικόπημα της Ελληνικής χούντας είναι μια εισβολή και εκ των συνεπειών της θα υποφέρη όλος ο λαός της Κύπρου, αμφότεροι Ελληνες και Τούρκοι.

Τα Ηνωμένα Εθνη έχουν μίαν ειρηνευτικήν Δύναμιν σταθμεύουσαν εις Κύπρον. Δεν είναι δυνατόν ο ρόλος αυτής της ειρηνευτικής δυνάμεως να είναι αποτελεσματικός υπό συνθήκας στρατιωτικού πραξικοπήματος. Το Συμβούλιον Ασφαλείας πρέπει να καλέση το στρατιωτικών καθεστώς της Ελλάδος να ανακαλέση εκ Κύπρου τους Ελληνας αξιωματικούς, τους υπηρετούντας εις την Εθνικήν Φρουράν και να θέση τέρμα εις την εισβολήν αυτοού εις Κύπρον".

Μιλώντας στην 21ην Μαρτίου 1975 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε μεταξύ άλλων τα εξής:

"Δεν έχω ακόμη αποδείξεις και τεκμήρια ως προς τα ελατήρια, τα οποία ώθησαν την Ελληνικήν χούνταν εις την διενέργειαν του εγκληματικού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, το οποίον ήνοιξε τας πύλας διά να εισβάλη η Τουρκία εις την Κύπρον... Αλλά δεν εσκέφθησαν άραγε τας εκ του πραξικοπήματος συνεπείας... Ελέχθη ότι εν τη αφροσύνη των δεν υπελόγισαν τας επιπτώσεις και εν τω παραλογισμώ των επροχώρησαν μέχρι πραξικοπήματος. Με οιονδήποτε όμως χαμηλόν βαθμόν νοημοσύνης και αν πιστωθούν, δεν είναι δυνατόν να μην εσκέφθησαν τας συνεπείας του πραξικοπήματος.

Καταλήγων εις το συμπέρσμα ότι εσκέφθησαν τας συνεπείας. Και εγνώριζον ότι η τουρκική εισβολή θα ηκολούθει το πραξικόπημα. Δεν τους ενδιέφερε όμως τούτο.

Διότι αποτέλεσμα θα ήτο η διχοτόμησις της νήσου και η διπλή Ενωσις. Και την λύσιν της διπλής Ενώσεως δεν απέκρουεν η Χούντα.

Και εθεώρει την διπλήν Ενωσιν κέρδος διά την Ελλάδα...

Η Τουρκία όμως εξεμεταλλεύθη την δοθείσαν εις αυτήν ανεπανάληπτον ευκαιρίαν και εισέβαλε εις την Κύπρον. Ουδέποτε εις την Ιστορίαν μας τόσον ολίγοι προεκάλεσαν τόσην μεγάλην εθνικήν συμφοράν. Μερικοί συνήγοροι των πραξικοπηματιών εν Ελλάδι και εν Κύπρω, πολλά λέγουν διά να δικαιολογήσουν το κατά της Κύπρου έγκλημα.

Διετυπώθη μεταξύ άλλων και ο ισχυρισμός ότι η ομιλία μου εις το Συμβούλιον Ασφαλείας ενώπιον του οποίου κατηγόρησα την Χούντα διά το πραξικόπημα ενεθάρρυνε την Τουρκία εις απόφασιν της περί εισβολής.

Αλλ' όταν ωμίλουν εις το Συμβούλιον Ασφαλείας, τα τουρκικά πλοία ευρίσκοντο ήδη έξωθεν των ακτών της Κυρηνείας. Και το στρατιωτικόν καθεστώς των Αθηνών εγνώριζε δύο ημέρας προ της τουρκικής εισβολής την τουρκικήν προετοιμασίαν και την επικειμένην στρατιωτικήν επιδρομήν .

Και, όμως, ουδέν έπραξε διά την ανακοπήν της.

Φοβία, χάος και σύγχυσις εχαρακτήριζον κατά τας ημέρας εκείνας όλας τα αντιδράσεις της Χούντας, η οποία αντιληφθείσα τελικώς ότι ουδέν ηδύνατο να πράξη, ηναγκάσθη να παραδώση την εξουσίαν εις πολιτικήν κυβέρνησιν. Αποκατεστάθη ούτω η δημοκρατία στην Ελλάδα. Αλλά το τίμημα της Δημοκρατίας υπήρξε βαρύ. Και το κατέβαλε σχεδόν εξ ολοκλήρου η Κύπρος".

Γνωρίζομεν σήμερα μερικούς από τους λόγους που έγινε το πραξικόπημα. Η ανεύρεση και καταγραφή των λόγων διεξαγωγής του πραξικοπήματος δεν αποτελεί κύριον αντικείμενον αυτής της δίκης. Υπήρξαν όμως λόγοι πολλοί και ποικιλόνυμα πολιτικά συμφέροντα ετερεγενή και ετερώνυμα από διάφορες κατευθύνσεις. Ολα αυτά βρήκαν κοινό τύπο και παρονομαστή την διεξαγωγή του πραξικοπήματος και έτσι την προώθησαν και την ενεθάρρυναν. Ο ιστορικός και η θεία δίκη θα κατανέμουν αλάθητα τις ευθύνες.

Ο κατηγορούμενος, ως ανέφερε και η Κατηγορούσα Αρχή δεν ήτο ούτε ο εμπνευστής ούτε και εκ των στρατιωτικών εκτελεστών του πραξιοπήματος. Ο κατηγορούμενος ουδεμίαν σχέσιν είχεν προ του πραξικοπήματος με τους πραξικοπηματίες ή με τους εις Κύπρον αντιπροσώπους των.

Ο κατηγορούμενος παρεδέχθη ότι άνευ νομίμου εξουσίας συνέδραμε την διεξαγωγήν πολιτικής φύσεως επιχειρήσεων, νοσφισθείς μάλιστα το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την ως άνω περίοδον συνεπεία των εν λογω επιχειρήσεων.

Είναι σημαντικόν το ότι ο κατηγορούμενος δεν υπήρξε αυτουργός και ότι λογίζεται αυτουργός πλασματικά βάσει του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικος.

- Ο κατηγορούμενος επελέγη και διωρίσθη Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τας πραξικοπηματικάς δυνάμεις, αφού προηγουμένως άλλοι πολίτες της Δημοκρατίας αναζητηθέντες δεν ανευρέθησαν και άλλοι ανευρεθέντες δεν απεδέχθησαν.

- Οταν ο κατηγορούμενος διορίσθη Πρόεδρος και ανέλαβε τα καθήκοντα του οι πραξικοπηματικές δυνάμεις δεν έγιναν όργανον του ούτε ετέθησαν υπό τον έλεγχον του. Εκείνοι παρέμεινον κυρίαρχοι και ρυθμισταί της όλης καταστάσεως.

Ο κατηγορούμενος απεδέχθη διορισμόν του ως Προέδρου της Δημοκρατίας αφού η Πρωτεύουσα του κράτους είχεν περιέλθει ήδη υπό τον έλεγχον των πραξκοκοπηματικών δυνάμεων και ενώ καλοπίστως επίστευε ότι ο Πρόεδρος Μακάριος ήτο νεκρός. Περί της υπάρξεως του Μακαρίου εν ζωή επληροφορήθη ο κατηγορούμενος διά πρώτην φοράν το μεσονύκτιον της 15.7.1974.

Η πρώτη παρουσία του κατηγορουμένου σε κέντρο των πραξικοπηματικών δυνάμεων έγινε τυχαία στις 1.30 μ.μ. της 15.7.74 όταν ο κατηγορούμενος πήγε στο ΓΕΕΦ διά να μεταφέρει στρατιώτες ασχέτως προς το πραξικόπημα διά να συνδεθούν με τις μονάδες τους.

Η τυχαία παρουσία του κατηγορουμένου εις ΓΕΕΦ και κατά τον ουσιώδη χρόνον και η επιτακτική ανάγκη, η οποία αντιμετώπιζαν οι πραξικοπηματίκές δυνάμεις διά διορισμόν προέδρου της Δημοκρατίας συνέπεσαν εις τον διορισμόν του κατηγορουμένου ως προέδρου της Δημοκρατίας.

- Ο κατηγηρουμενος απεδέχθη διορισμόν του ως Προέδρου της Δημοκρατίας από τις πραξικοπηματικές δυνάμεις αφού είδε την παντελή εξαφάνισιν της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας και την καθίζησιν των πάντων, αφού διείδεν τους επερχομένους εξωτερικούς κινδύνους και διησθάνθη τας επερχομένας συμφοράς από τον διχασμόν και τοα εμφύλια πάθη και μίση.

Πίστεψε ο κατηγορούμενος καλόπιστα ότι στις δύσκολες εκείνες στιγμές μπορούσε να προσφέρει για το καλό του τόπου και θεώρησε την προσφοράν του χρέος και την εκπλήρωση του χρέους καθήκον.

Μέσα στα περιορισμένα από τις πραξικοπηματικές δυνάμεις πλαίσια των εξουσιών του υπήρχαν περιθώρια προσφοράς διά την ενότητα του λαού και του λαού και τα περιθώρια αυτά ο κατηγορορούμενος εξάντλησε έμπρακτα.

Σταχιολογημένα πραδείγματα της προσφοράς του αυτής αναφέρονται τα ακόλουθα:

- Η ομιλία του στα μέλη της ΕΟΚΑ Β που ελευθερώθηκαν από τις φυλακές και τους αστυνομικούς σταθμούς. Η ομιλία έγινε στη μεγάλη αυλή του Αρχηγείου της Αστυνομίας περιεχόμενον δε είχε την αποφυγήν αντιποίνων και την επιδίωξιν ενότητος με παραμερισμόν των εμφυλίων παθών.

- Η διαταγή να μη κτυπηθή το ελικόπτερο που θα μετέφερε τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας στις αγγλικές βάσεις.

- Προστασία του Ταγματάρχου Παντελάκη Πανταζή, αρχηγού του Εφεδρικού Σώματος και άλλων μελών τούτου.

- Η καλή μεταχείρισις και προστασία του Λοχαγού του Εφεδρικού Τάκη Τσαγγάρη.

- Η καλή διάσωσις, η καλή μεταχείρισις και προστασία του αστυνόμου Κύπρου Μουρουζίδη προϊσταμένου του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων και του υφισταμένου υπαστυνόμου κ. Ανδρέα Σεϊμένη.

Η απελευθέρωσις εκατοντάδων μελών του εφεδρικού σώματος και άλλων πολιτών. Είναι σημαντικόν και αξιοσημείωτον το ότι τα τυχόντα καλής μεταχειρίσεως και προστασίας πρόσωπα διεδραμάτησαν στο παρελθόν ρόλους, εξ αιτίας των οποίων ετίθεντο στο επίκεντρο του μίσους και της οργής της επικρατησάσης διά του πραξικοπήματος Πολιτικής έριδος.

Διά διεκπεραίωση και πραγμάτωση των ανωτέρω σκοπών ο κατηγορούμενος διέθεσε το πλείστον μέρος του χρόνου του. Συνεχές κεντρικό μέλημά του ήταν να αποφευχθούν οι εκδικήσεις, οι αντεκδικήσεις και ο αδελφοκτόνος σπαραγμός, χάριν του δημοσίου συμφέροντος.

Διαισθανόμενος την τουρκικήν εισβολήν έκαμε το παν και επέτυχε να πραγματοποιηθή μερική επιστράτευσις την 18.7.74. Κατά την τουρκικήν εισβολήν ηγωνίσθη διά την σωτηρίαν της Κύπρου. Επέστρεψε εις την εξ Ελλάδος βοήθειαν δι' αντιμετώπισιν του εισβολέως και στο τέλος απογοητευμένος και διπλά προδομένος έκλαψε πικρά. Τους ενδοιασμούς του δι' ανάληψιν της προεδρίας τους εξουδετέρωσε η διαβεβαίωση ότι η εντολή προήρχετο από τον Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι ήταν η φωνή της μητέρας πατρίδος.

Σ' αυτή την φωνή, την φωνή της Ελλάδος συνήθισε ο κατηγορούμενος στη ζωή του. Και ήταν η υπακοή του πάντα τυφλή χωρίς να ερευνά τη φωνή. Επίστευε και δεν ερεύνα. Στην ίδια φωνή υπάκουσε και στο τέλος και άφησε την προεδρία. Ηταν η φωνή των εκάστοτε κυβερνήσεων στην Ελλάδα.

Αγωνίσθη στις ημέρες που ασκούσε την εξουσία για την προστασία της Βουλής των Αντιπροσώπων και των μελών της, πολιτικών αρχηγών και άλλων πολιτικών παραγόντων

Ελαβε χιλιάδες συγχαρητήρια τηλεγραφήματα, επιστολές, μηνύματα από απλοϊκούς ανθρώπους και επιστήμονας από ιδιώτας και κυβερνητικούς υπαλλήλους, από σωματεία, συλλόγους και συνδέσμους. Οι μεταμορφώσεις του Οβιδέου ωχρριούν μπροστά στις μεταμορφώσεις του οκταημέρου.

Στις ημέρες επικρατήσεως του πραξικοπήματος όλες ανεξαίρετα οι κυβερνητικές υπηρεσίες, οι ημικρατικοί οργανισμοί και οι ιδωιτικές επιχειρήσεις λειτούργησαν απρόσκοπτα άνευ απουσιών.

Ολ' αυτά καθιστούν σχεδόν αμελητέαν την γενικήν πρόληψιν σαν σκοπόν της ποινής στην παρούσα υπόθεση.

Διά της προωθήσεως αυτής της δίκης εδημιουργήθη η εντύπωση ότι αίτιο των δεινών του Κυπριακού λαού είναι ο κατηγορούμενος. Εάν η εντύπωση αυτή επικρατήση θα αποτελέση την νέαν τραγωδίαν του Κυπριακού λαού.

Ελέχθη ότι ο κατηγορούμενος συνδεόταν με πρόσωπα της Κυβερνήσεως των Αθηνών επί δικτατορίας. Ο κατηγορουμενος λόγω της θέσεως του ως βουλευτού και της γνωστής ιδιότητος του ως αγωνιστού και εκείνης του εκδότου εφημερίδος συνδεόταν με όλους τους εν Ελλάδι πολιτικούς, όλων των ετών και είχε στενούς δεσμούς και σχέσεις με αυτούς.

Ο κατηγορούμενος υπήρξεν από τους κορυφαίους αγωνιστάς της ΕΟΚΑ στον απελευθερωτικόν αγώνα 1955-1959 και εθεωρείτο από τον λαό ήρωας του Αγώνος. Διά τους αγώνας του δια την ελευθερίαν της Κύπρου εδιώχθη, συνελήφθη, εβασανίσθη όσον πολύ ολίγοι ή όσον ουδείς και κατεδικάσθη δις εις θάνατον.

Στα βασανιστήρια που υπέστη δεκαεπτά μέρες και νύκτες του έβγαλαν τα νύχια, τον έκαψαν με σίδερα στη φωτιά, τσιγάρα αναμμένα του έβγαλαν τα δόντια και επί τέσσαρες μήνες μετά τα βασανιστήρια τον απομόνωσαν στο κελλί 2 του ειδικού διαμερίσματος 3 των Κεντρικών Φυλακών, μέχρις ότου συνέλθη για να μπορέσουν να τον παρουσιάσουν σε δικαστήριο.

Στο ίδιο ακριβώς κελλί που διέμενε επί αποικοκρατίας διαμένει από της συλλήψεως του μέχρι σήμερον επί Δημοκρατίας.

Εμεινε στο κελλί του θανάτου επί 100 ημέρες. Εμεινε 18 μήνες σε φυλακές της Αγγλίας. Δραπέτευσε από τις φυλακές και συλληφθείς ενεκλείσθη σε σκοτεινό μπουτρούμι από όπου βγήκε με την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου.

Σήμερα κλείουν 20 χρόνια από της επιχειρήσεως του Νοσοκομείου δι' απελευθέρωσιν του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη που αποτελεί μίαν των ωραιοτέφων σελίδων του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνος στην οποίαν ο κατηγορούμενος διεδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο.

Η ηρωϊκή πόλις του Μεσολογγίου τιμώσα τους υπέρ πατρίδος αγώνας του κατηγορουμένου τον ανεκήρυξε επίτιμον δημότην της πόλεως και επέδωσεν εις αυτόν το μετάλλιον της πόλεως.

Ο κατηγορούμενος εξελέγη με συντριπτικήν πλειοψηφίαν βουλευτής Αμμοχώστου στις τελευταίες εκλογές.

Είναι έγγαμος και πατήρ δύο ανηλίκων τέκνων, ενός υιού και μιάς κόρης.

Η δοθείσα αμνηστία υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά τον μηδενισμόν της αξίας της υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου δύναται να χρησιμοποιηθή ως ελαφρυντική περίστασις αμβλύνουσα την πολιτικήν αξίωσιν της πολιτείας.

Ο κατηγορούμενος όμως εξακολουθεί να πιστεύω ότι στις ιδιάζουσες συνθήκες της καταλύσεως της δικής μας Δημοκρατίας υπήρχαν περιθώρια προσφοράς εξυπηρετικής του δημοσίου συμφέροντος και αυτήν την προσφοράν ανέλαβε να πραγματοποιήση έστω και εις βάρος των ιδικών του συμφερόντων και ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις.

- Ως εκ τούτου ο κατογορούμενος είναι έτοιμος να υποστή τις κυρώσεις που οι νόμοι της πατρίδος του προβλέπουν με την συνείδησιν ήσυχον ότι πρόσφερε σε δύσκολες στιγμές υπηρεσίες σε συμπολίτες του και στον τόπο τις οποίες ο νομοθέτης δεν αναγνωρίζει γιατί πάνω από αυτές αναγνωρίζει σαν υπέρτατον αγαθό την προστασίαν της Δημοκρατίας.