Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.7.1974: Ο Νίκος Σαμψών περιγράφει στις αναμνήσεις του τον τρόπο που ανέλαβε την «προεδρία» της Δημοκρατίας

S-2104

15.7.1974: Ο ΝΙΚΟΣ ΣΑΜΨΩΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΑΝΕΛΑΒΕ ΤΗΝ «ΠΡΟΕΔΡΙΑ» ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ

Στις 15 Ιουλίου στις 8.20 το πρωϊ η χούντα των Αθηνών με τους ανθρώπους της στην Κύπρο- Ελληνες αξιωματικούς, την ΕΛΔΥΚ και την ΕΟΚΑ Β- προχώρησαν στις απειλές εναντίον του Προέδρου Μακαρίου και διενήργησαν πραξικόπημα.

Ο Πρόεδρος Μακάριος κατόρθωσε να διαφύγει από το προεδρικό Μέγαρο και κατευθύνθηκε προς τη Μονή Κύκκου και από εκεί μέσω Παναγιάς στην Πάφο.

Ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος κατευθυνόταν προς το Μοναστήρι του Κύκκου, οι πραξικοπηματίες κατόρθωσαν να θέσουν τα πάντα υπό τον έλεγχο τους, παρά τις διάφορες εστίες αντίστασης που υπήρχαν.

Ετσι βάλθηκαν να εξεύρουν νέο "Πρόεδρο" και να σχηματίσουν νέα "κυβέρνηση".

Τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα όπως τα υπολόγιζαν, γιατί ήταν πολύ δύσκολο να βρουν τους ανθρώπους που θα διαδέχονταν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο που είχε κυριαρχήσει στην εκλησιατική και πολιτική σκηνή της Κύπρου για 24 χρόνια από το 1950 με την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου και αργότερα το 1960 με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ωστόσο σε κάποιο στάδιο κατόρθωσαν να βρουν ένα άνθρωπο στον οποίο ανέθεσαν την προεδρία, το δημοσιογράφο, βουλευτή και εκδότη Νίκο Σαμψών, που υπό τις συνθήκες αποτελούσε τη χειρότερη επιλογή.

Και αυτό γιατί ο Νίκος Σαμψών θεωρείτο εχθρός και των Τούρκων και των Αγγλων, των δυο άλλων εγγυητών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ο Σαμψών είχε δράσει στην Ομορφίτα στις μάχες του 1963 και αποτελούσε το φόβο και των τρόμο των Τούρκων, αλλά και ενατίον των Αγγλων κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ το 1955-59 και είχε εκτελέσει αρκετούς Αγγλους.

Ταυτόχρονα η εφημερίδα του ΜΑΧΗ παρέμενε ασυμβίβαστη εναντίον των Αγγλων. Καθημερινά δημοσίευε αντιβρεττανικά άρθρα, ενώ ο ίδιος είχε πάρει μάλιστα μέρος και σε πορεία της Αριστεράς για εκδίωξη των βρετανικών βάσεων από την Κύπρο.

Ετσι τόσο η Βρεττανία όσο και η Τουρκία, δυο από τις τις εγγυήτριες δυνάμεις της ανεξαρτησίας της Κύπρου μαζί με την Ελλάδα, δεν είχαν κανένα λόγο να θέλουν τον Νίκο Σαμψών στην προεδρία της Δημοκρατίας.

Η εκλογή του Νίκου Σαμψών, ήταν, ωστόσο, αδήρητη ανάγκη για τους πραξικοπηματίες που εκείνη τη στιγμή μάταια αναζητούσαν κάποιον που θεωρούσαν κατάλληλο για να ορκισθεί Πρόεδρος, ώστε να δώσουν το μήνυμα και προς τα έξω ότι είχε σχηματισθεί νέα Κυβέρνηση και όλα κυκλούσαν ομαλά.

Ο Νίκος Σαμψών, και αυτό είναι παραδεκτό από όλους, δεν γνώριζε για το πραξικόπημα. Ακόμα σύμφωνα με μαρτυρία αξιωματικού του Εφεδρικού Σώματος της Αστυνομίας, ο Νίκος Σαμψών δεν ήταν καν μέλος της ΕΟΚΑ Β. Αξίζει να αναφερθεί ότι το βράδυ της παραμονής του πραξικοπήματος ο ίδιος βρισκόταν στη Λύση και στην Τύμπου σε γάμους και διασκέδαζε αμέριμνος.

Ο Νίκος Σαμψών ανέφερε αργότερα (αφήγηση του ιδίου στην εφηερίδα του ΜΑΧΗ στις 6 Οκτωβρίου 1974 (4 συνέχειες) κάτω από τον τιτλο "γιατί δέκτηκα την προεδρίαν") ότι βρέθηκε εντελώς τυχαία στο Γενικό Επιτελείο της Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) που ελεγχόταν απόλυτα από τους πραξικοπηματίες και απ' όπου προέρχονταν όλες οι διαταγές για το πραξικόποημα: Πήγε, είπε, ορμώμενος από την επιθυμία να μάθει περισσότερα για το πραξικόπημα σαν δημοσιογράφος, ώστε να ενημερώσει την επομένη τους αναγνώστες της εφημερίδας του ΜΑΧΗΣ.

Ακομα είπε ότι πήγε στο ΓΕΕΦ για να μεταφέρει, έπειτα από επιθύμία των ιδίων, τέσσερις στρατιώτες που βρήκε στο δρόμο και ότι σαν βρέθηκε εκεί και του προτάθηκε η προεδρία της Δημοκρατίας ανέλαβε, αφού πληροφορήθηκε ότι ο Μακάριος ήταν νεκρός, ώστε να αποφευχθεί αιματοχυσία, αλλά και γιατί έγινε δεκτός ο όρος του να μη διαλυθεί η Βουλή.

Τον ισχυρισμό του Νίκου Σαμψών ότι δεν γνώριζε για το πραξικόπημα δεν τον αμφισβήτησε ούτε ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Λουκής Λουκαϊδης που παρουσίασε την υπόθεση της κατηγορούσης αρχής, αργότερα το 1976 στη δίκη του Σαμψών, που καταδικάστηκε σε εικοσαετή φυλάκιση.

Ο Λουκής Λουκαϊδης όμως στηριζόμενος σε μαρτυρίες ανθρώπων που βρίσκονταν κοντά στον Σαμψών όπως είπε και οι οποίες δεν αναφέρθηκαν στο Δικαστήριο, γιατί ο Σαμψών παραδέχθηκε τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, αμφισβήτησε τους άλλους ισχυρισμούς του Σαμψών και είπεν ότι δεν βρέθηκε τυχαία στο ΓΕΕΦ, αλλά επιδίωξε ο ίδιος να μεταβεί εκεί, αφού είχε επικοινωνία με το Επιτελείο τηλεφωνικώς από στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς.

Επίσης είπε ότι ο Σαμψών πρόθυμα δέχθηκε να συνεργασθεί και να μετάσχει στις βίαιες επιχειρήσεις με σκοπό την παγίωση του πραξικοπήματος και εκινείτο άνετα στο χώρο του ΓΕΕΦ.

Γενικά τόσο ο Νίκος Σαμψών, όσο και ο Λουκής Λουκαϊδης, έδωσαν αντίθετη εικόνα για τον τρόπο που βρέθηκε ο Σαμψών στο ΓΕΕΦ, που δέχθηκε το πραξικόπημα και τους στόχους που είχε.

Σε ενυπόγραφα δημοσιεύματα στην εφημερίδα του (εφημερίδα ΜΑΧΗ, 6.10.74) ο Νίκος Σαμψών αφηγήθηκε αρκετά από τα παρασκήνια που τον οδήγησαν στην ανάληψη της προεδρίας, με το δικό του φακό.

Τις αφηγήσεις του ο Σαμψών τις άρχισε με τη διευκρίνιση ότι "ουδέν εγνώριζα περί του οργανωθέντος πραξικοπήματος ή έλαβα οποιανδήποτε γνώση για την οργάνωση του":

Στη συνέχεια αφηγήθηκε τα εξής:

"Το πρωϊ της 15ης Ιουλίου 1974 ημέρα Δευτέρα ξύπνησα και ετοιμάσθηκα ως συνήθως να μεταβώ στο γραφείο μου. Ενώ ήμουν έτοιμος να εισέλθω εις το αυτοκίνητο μου άκουσα ριπές αυτομάτων όπλων και εκρήξεις.

Η σύζυγος μου είχεν ήδη αναχωρήσει για τη δουλειά της, πέντε μέ δέκα λεπτά ενωρίτερα. Ρώτησα τον αστυφύλακα σωματοφύλακά μου αν γνώριζε ο,τιδήποτε για τις εκρήξεις που συνεχιζόντουσαν. Μου απάντησε ότι δεν γνώριζε τίποτε. Τη στιγμή εκείνη κτύπησε το τηλέφωνο του σπιτιού μου. Ηταν ο πεθερός μου γιατρός Δημήτρης Φεσσάς που με πήρε από την οικίαν του για να με πληροφορήσει ότι άκουσε ριπές όπλων και του απάντησα ότι τις άκουσα και εγώ πλην όμως ουδέν εγνώριζα.

Μόλις τέλειωσε η τηλεφωνική μας συνδιάλεξη μπήκα στο αυτοκίνητο μου και ξεκίνησα για το γραφείο μου στη ΜΑΧΗ. Οταν έφθασα απέναντι από το δημοτικό σχολείο στην οδό Τσερίου εις Στρόβολον, είδα πολύ κόσμο μαζεμένο. Σταμάτησα και ρώτησα τί συμβαίνει. Με πληροφόρησαν ότι στην περιοχή του προεδρικού Μεγαρου διεξήγοντο συγκρούσεις και ότι ο δρόμος ήταν επικίνδυνος για να περάσω. Τίποτε άλλο δεν γνώριζαν.

Πήγα στο γραφείο μου από το δρόμο Παρισσινού. Στις 8.30 περίπου π.μ., το αυτοκίνητο μου βρέθηκε δίπλα από το αυτοκίνητο της Μονής Κύκκου που το οδηγούσε ο ιερομόναχος Πορφύριος. Μαζί με τον τελευταίο βρίσκετο στο μπροστινό κάθισμα ένας πυροσβέστης ονόματι Κύκκος και δυο άλλα άτομα που δεν μπόρεσα να αναγνωρίσω.

Ητο στη διασταύρωση της λεωφόρου Γρίβα Διγενή και Παρισσσινού. Είπα στον αστυφύλακα που ωδηγούσε το αυτοκίνητο μου να σταματήσει και με νοήματα ρώτησα τον ιερομόναχο Πορφύριο να μου πει τί συνέβαινε.

Το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο ιερομόναχος σταμάτησε για λίγο και μετά ξεκίνησε με μεγάλη ταχύτητα. Τόσο ο Ιερομόναχος Πορφύριος όσο και ο συνεπιβάτης του εφαίνοντο πολύ αναστατωμένοι. Από τα νοήματά του ιερομονάχου δεν μπόρεσα να διαφωτισθώ.

Σε λιγα λεπτά έφθασα στο γραφείο μου. Βρήκα εκεί συγκεντρωμένους τους συντάκτες της ΜΑΧΗΣ και το εργατικό πρσωπικό. Ηταν ανάστατοι όλοι. Ο Διευθυντής της συντάξεως της ΜΑΧΗΣ κ. Φιφής Ιωάννου με πληροφόρησε ότι έγινε πραξικόπημα του στρατού και ότι διεξήγοντο σφοδρές μάχες στο Προεδρικό Μέγαρο.

Επίσης μου ανέφερεν ότι δεν εγνώσθη περί επιτυχίας ή αποτυχίας του πραξικοπήματος. Ομως επρόσθεσεν ότι το ΡΙΚ κατελήφθη από την Εθνική Φρουρά και ότι μετέδιδε εθνικά θούρια.

Μείναμε εκεί και ακούαμε το ραδιόφωνο για να μαθαίνουμε τι συνέβαινε, αφού τα τηλέφωνα έπαυσαν να λειτουργούν.

Γυρω στις 8.45 π.μ. άκουσα να περνούν έξω από τη ΜΑΧΗ τα τανκς της 23ης ΕΜΑ. Μια ώρα περίπου αργότερα το ΡΙΚ διέκοψε τα θούρια και μετέδωσεν έκτακτο δελτίο ειδήσεων και ανηγγέλθη ότι ο Πρόεδρος Μακάριος ήτο νεκρός.

Παρέμεινα στο γραφείο μου ακόμα περίπου 20 λεπτά, απεφάσισα δε να μεταβώ στην οικίαν μου, κοντά στα παιδιά μου, τα οποία ήσαν μόνα τους. Είχα προηγουμένως δοκιμάσει να επικοινωνήσω μαζί τους τηλεφωνικώς χωρίς όμως αποτέλεσμα, διότι τα τηλέφωνα δεν λειτουργούσαν.

Στην επιστροφή μου με συνώδευσαν οι τρεις αστυφύλακες του ειδικού τμήματος ασφαλείας που ήσαν εντεταλμένοι διά την ασφάλεια μου. Πήραμε τον δρόμο Γρίβα-Διγενή για να στρίψουμε από το Μετόχι του Κύκκου δεξιά και να πάμε προς τον Στρόβολο.

Είπα εις τους αστυφύλακες ότι θα επιδείκνυα την βουλευτικήν μου ταυτότητα και θα παρνούσαμε. Δυστυχώς όταν φθάσαμε λίγο πιο πίσω από το ξενοδοχείο "Πίζα Τάουερ" ευρέθημεν αντιμέτωποι με τανκς και στρατιώτες. Ματαίως εφώναξα προς τους στρατιώτες την ταυτότητα μου. Δεν μας επέτρεψαν να περάσωμεν. Ετσι εστρίψαμε και κατευθυνθήκαμε εις την οδόν Παρισσινού και πήραμε τελικώς το δρόμο Τσερίου.

Κοντά εις την ξυλοσχιστικήν μηχανήν που ευρίσκεεται εις τον δρόμο Τσερίου είδαμε τέσσερα πρόσωπα ενδεδυμένα με στρατιωτικές στολές χωρίς μπερέ, να ευρίσκονται στην άκρη του δρόμου. Μη γνωρίζοντες ποίοι ήταν είπα εις τους αστυνομικούς να πηδήξουμε έξω από το αυτοκίνητο και να καλυφθούμε μέχρι που να εξακριβώσωμε τις πραγματικές προθέσεις των, πράγμα που επράξαμε.

Ησαν στρατιώτες από το Μπι Εμ Εϊτζ και είχαν μεταβεί εις την ξυλοσχιστικήν μηχανήν να πάρουν ξύλα για να φτιάξουν τα κιβώτια του διοικητού της μονάδας των, ο οποίος θα αναχωρούσε συντόμως από την Κύπρο.

Οι τέσσερις στρατιώτες με παρεκάλεσαν να τους πάρω μαζί μου στο σπίτι μου και απ εκεί θα φροντίζαμε να έλθουν σε επικοινωνία με τη μονάδα τους. Τους είπα ευχαρίστως, αλλά ταυτοχρόνως τους επληροφόρησα ότι το τηλέρωνο της οικίας μου δεν λειτουργούσε. Είχανε μαζί τους και αυτοκίνητο λαντ Ρόβερ που είχανε κρύψει πίσω από την παράγκα της ξυλοσχιστικής μηχανής.

Τους πήρα εις την οικίαν μου. Βρήκα τα παιδιά μου αναστατωμένα. Σε λίγο έφθασε και η γυναίκα μου. Με ρώτησε να την πληροφορήσω τι ήξερα. Της είπα όσα ήξερα. Λυπήθηκε και εκείνη για το θάνατο του Μακαρίου. Λυπηθήκαμε για το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, όπως είχαμε λυπηθεί για τον προηγηθέντα θάνατο του Στρατηγού Γεωργίου-Γρίβα Διγενή.

Γύρω στις 11 π.μ. οι στρατιώτες, αφού απέτυχαν να επικοινωνήσουν τηλεφωνικώς με τη μονάδα τους με παρεκάλεσαν να τους συνοδεύσω προς το ΓΕΕΦ διότι ήσαν άοπλοι, για να προωθηθούν προς τη μονάδα τους.

Εδέχθηκα γιατί εκείνη τη στιγμή σκέφθηκα σαν δημοσιογράφος. Είπα στον εαυτό μου, "να μια καλή ευκαιρία να ανεβείς εις το ΓΕΕΦ και να μάθεις τα πάντα. Ετσι αύριο θα μπορέσεις να δώσεις εις τους αναγνώστες της ΜΑΧΗΣ όλες τις πληροφορίες".

Ετσι ξεκινήσαμε για το ΓΕΕΦ. Φθάσαμε εκεί και είδαμε τα τεθωρακισμένα και πολλούς στρατιώτες. Μας σταμάτησαν. Τους ανέφερα τη βουλευτική μου ιδιότητα και τον σκοπό της επισκέψεως μου. Οι τέσσερις εθνοφρουροί επιβεβαίωσαν τα όσα είπα.

Μας άφησαν και ανεβήκαμε εις τον δεύτερον όροφο. Οι τρεις αστυφύλακες μείνανε στο αυτοκίνητο και ανέβηκα μαζί με τους τέσσερις στρατιώτες εις τον δεύτερο όροφο. Βρήκαμε ένα αξιωματικό στον οποίο ανέφερα διά τους τέσσερις εθνοφρουρούς. Με ευχαρίστησε και διέταξε τους τέσσερις εθνοφρουρούς να τον ακολουθήσουν.

Εις τον διάδρομο με βρήκε έτερος αξιωματικός άγνωστος μου, ο οποίος χωρίς χρονοτριβήν με οδήγησε εις μίαν μεγάλην αίθουσα. Εκει βρίσκοντο πλλοί άνθρωποι, αξιωματικοί και άνδρες της Αστυνομίας ως και μερικοί πολίτες που είχαν συλληφθεί.

Μόλις εισήλθα εις την αίθουσα όλοι άρχισαν να με ρωτούν. Είχαν μαζί τους ένα μικρό ραδιόφωνο και άκουαν τα νέα. Μου δώσανε καρέκλα και έκατσα. Τους απάντησα ότι δεν γνώριζα τίποτε περισσότερο. Παρ' όλον που φορούσα μόνον υποκάμισο άρχισα να ιδρώνω. Κάποιος μάλιστα προσεφέρθη να μου δώσει το μαντηλάκι του.

Τους είπα ότι πρέπει να καθήσουν ήσυχα γιατί οι στρατιώτες έχουν υπεροπλία και ότι εφ' όσον ο Πρόεδρος Μακάριος είχε φονευθεί ήτο ματαία καθε προσπάθεια αντιστάσεως. Τα προαναφερθέντα τα ανέφερα όταν αντηλλάσσαμεν απόψεις με τους συλληφθέντας. Ολοι συνεφώνησαν.

Μετά πέρασε κάποιος αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς που φαίνεται με αναγνώρισε. Μου έγνεψε να τον ακολουθήσω, πράγμα που έπραξα. Με οδήγησε σε ένα γραφείο και μου προσέφερε καρέκλα να καθήσω. Με ρώτησε να του πω ποιος με συνέλαβε. Του απήντησα ότι είχα φέρει τέσσερις στρατιώτες και του εξήγησα πως βρέθηκα εις εκείνην την αίθουσα.

Επίσης του εξήγησα τις συνθήκες που συνήντησα τους εθνφοφρουρούς στην ξυλοσχιστική μηχανή.

Ο αξιωματικός μου προσέφερε τσιγάρο και μου είπε να παραμείνω εις το γραφείο. Εκείνος εξήλθε. Σε λίγα λεπτά εκείνος επέστρεψε και μου είπε να τον ακολουθήσω. Με οδήγησε εις έτερον γραφείον. Εκεί με σύστησε σε τρεις άλλους συναδέλφους του. Ολοι μου ήσαν άγνωστοι.

Ο επικεφαλής με ρώτησε αν εγνώριζα την οικίαν του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη. Απάντησα καταφατικώς. Τότε με παρεκάλεσε να πάω εις τον κ. Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη και να τον φέρω διά να ορκισθεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Μου δώσανε ένα λαντ Ρόβερ και μερικούς εθνοφρουρούς για να με συνοδεύσουν. Πήγαμε εις την οικίαν του κ. Μιχαλακη Τριανταφυλλίδη. Κτύπησα το κουδούνι της οικίας του. Πέρασαν μερικά λεπτά για να ανοίξει η πόρτα. Συνήντησα τη σύζυγο του. Εζήτησα τον κ. Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Είπα εις τον κ. Τριανταφυλλίδου ότι ήμουν απεσταλμένος για να τον μεταφέρω διά να ορκισθεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Η κ. Τριανταφυλλίδου μου απήντησεν ότι ο σύζυγος της ευρίσκετο εκτός Κύπρου. Συγκεκριμένως η κ. Τριανταφυλλίδου μου ανέφερεν ότι ο κ. Τριανταφυλλίδης ευρίσκετο εις Στρασβούργον. Μετά με ρώτησε διά να την πληροφορήσω διά το τι συνεβαινε. Της ανέφερα ότι δεν γνώριζα περισσότερα από εκείνην όπως ήτο και η πραγματικότης.

Επέστρεψα ίσως εις το ΓΕΕΦ. Ανέφερα ότι δεν βρήκα τον κ. Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη και τι μου είπεν η σύζυγος του περί Στρασβούργου.

Μου είπε να μεταβώ εις την οικίαν του Ζήνωνος Σεβέρη και να τον οδηγήσω εις το ΓΕΕΦ διά να ορκισθεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Μου ανέφεραν ότι δεν βρήκανε τους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ.κ. Λοϊζο Λοϊζου και Τάσσο Χατζηαναστασίου, τους οποίους είχαν σε κατάλογο σε σειρά προτεραιότητας για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ετσι ευθύς αμέσως μετέβηκα εις την οικίαν του κ. Ζήνωνος Σεβέρη με το ίδιο στρατιωτικό λαντ Ρόβερ και συνοδεία των εθνοφρουρών. Βρήκα τον κ. και την κ. Σεβέρη. Του ανέφερα τον σκοπόν της επισκέψεως μου και πρόσθεσα: "Ο πεμπάμενος ούτε δέρνεται ούτε υβρίζεται". Ο κ. Σεβέρης μου απάντησε ότι αδυνατεί γιατί υποφέρει απο την καρδία του.

Μετέβηκα και πάλιν εις το ΓΕΕΦ και ανέφερα τα της επισκέψεως μου εις τον κ. Σεβέρη. Με ευχαρίστησαν διά την εξυπηρέτησιν και εξήλθα του γραφείου. Εις τον προθάλαμο κάποιος φαντάρος έφερε καφέδες.

Είπα εις τους αξιωματικούς ότι εσκόπευα να μεταβώ εις την οικίαν μου, αφού έπινα τον καφέ που μου προσέφεραν.

Την στιγμήν εκείνη εισήλθεν εις τον προθάλαμον αξιωματικός των Ηνωμένων Εθνών. Τον συνόδευε κάποιος αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς. Τον οδήγησαν άνευ καθυστερήσεως εις το γραφείο που ευρίσκοντο οι επί κεφαλής του πραξικοπήματος. Τότε ρώτησα τους αξιωματικούς που ήσαν μαζί μου εις τον προθάλαμον: "Τι γυρεύει εδώ μέσα ο ΟΗές"; Κανείς όμως δεν εγνώριζε.

Ενας εξ αυτών μου είπε να μη φύγω αμέσως διά το σπίτι μου. "Περίμενε", πρόσθεσε, "να μάθουμε τι θέλει ο ΟΗές".

Μετά ο αξιωματικός των Ηνωμένων Εθνών εξήλθε του γραφείου συνοδευόμενος από τον αξιωματικόν της Εθνικής Φρουράς. Ενας εκ των παρισταμένων αξιωματικών εισήλθεν εις το γραφείο. Εμεινε μέσα μόνο για δέκα λεπτά. Εξήλθε και μου είπε: Κύριε Σαμψών, μη φύγετε να παραμείνετε εις το ΓΕΕΦ. Σε λίγο θα σας φωνάξουμε μέσα.

Ρώτησα τον λόγο που δεν έπρεπε να φύγω. Αυτός μου είπεν ότι δεν μπορούσεν ο ίδιος να μου πει τίποτε.

Περίμενα μαζί με τους αξιωματικούς αλλά δέκα περίπου λεπτά. Κτύπησε τότε το κουδούνι και ο στρατιώτης που βρίσκετο έξω από το γραφείο εισήλθε μέσα. Εξήλθεν αμέσως και μου είπε να περάσω. Μπήκα στο γρφείο. Οι τρεις αξιωματικοί που ήσαν μέσα μου πρόσφεραν κάθισμα. Τον λόγο πήρεν ο ένας που φαινόταν να διοικεί και μου είπε τα εξής:

"Τα Ηνωμένα Εθνη ζητούν να μάθουν ποιος είναι ο νέος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Γνωρίζεις τις ενέργειες μας για να ορκισθεί νέος Πρόεδρος. Η πατρίς σε καλεί τώρα να ορκισθείς ως νέος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας".

Ανευ οιασδηποτε σκέψεως αρνήθηκα και είπα τα εξής:

"Ευχαριστώ διά την τιμή μου που κάνετε, πλην όμως αδυνατώ να δεχθώ την πρόταση. Και τούτο γιατί εγώ είμαι βουλευτής και δεν δύναμαι να κάνω δικτατορίαν και να διαλύσω την Βουλή. Γνωρίζετε, πρόσθεσα, ότι είμαι υπέρ του κοινοβουλευτισμού και λάτρης της Δημοκρατίας. Δεν μπορώ να κτυπήσω την Δημοκρατία".

Ανέφερα επίσης ότι δεν θα εδεχόμουν να αναλάβω ούτε και Υπουργείο.

Ο φερόμενος ως επικεφαλής μου απάντησεν με τα ακόλουθα λόγια:

"Εκτιμούμε κύριε Σαμψών την αφοσίωσιν σου εις το πιστέυω σου, πλην όμως όπως όλοι γνωρίζουν ο τέως Πρόεδρος Μακάριος είναι ήδη νεκρός. Πρέπει να αναλάβεις την τάξιν και να ησυχάσει ο τόπος. Σαν παλαιός αγωνιστής της ΕΟΚΑ νομίζομεν ότι θα δυνηθείς να το επιτύχεις".

Απάντησα και πάλιν ότι δεν μπορούσα να αναλάβω και ηυχαρίστησα διά την τιμήν που μου εγένετο.

Εν τω μεταξύ εισήλθαν εις το γραφείον έτεροι δύο αξιωματικοί. Ανέφεραν ότι ο τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού θρόνου κ. Γεννάδιος ευρίσκετο εις το παρακείμενον γραφείον και περίμενε να κληθεί να ορκίσει τον νέον Πρόεδρον.

Κάποιος εκ των τριών αξιωματικών ανέφερεν ότι ο Σαμψών ηρνήθη να εξυπηρετήσει την πατρίδα του.

Τότε σηκώθηκα από το κάθισμά μου και απάντησα ότι πάντοτε έπραξα εις το ακέραιο το προς την πατρίδα μου καθήκον. Και επανέλαβα τους λόγους που δεν μπορούσα να δεχθώ. Μόλις είπα τα ανωτέρω χαιρέτισα τους πέντε -έξη αξιωματικούς και εξήλθα του γραφείου. Ημουν πολύ ταραγμένος και ζήτησα από ένα λοχία να με οδηγήσει κάπου να ξεπλυθώ.

Οταν επέστρεψα εις τον προθάλαμο ζήτησα να μου δώσουν ένα χαρτί ελευθέρας μετακινήσεως για να μπορέσω να επανέλθω εις το σπίτι μου.

Ο φερόμενος ως επικεφαλής του πραξικοπήματος ευρίσκετο εις τον προθάλαμο και εξηγούσεν εις τους παρευρισκομένους την άρνηση μου. Ευθύς αμέως εισήλθε σχεδόν τρέχοντας ένας αξιωματικός, ο οποίος αφού χαιρέτισε στρατιωτικώς, τον φερομένον ως επικεφαλής ανέφερε τα ακόλουθα:

"Οι ελευθερωθέντες από τις Κεντρικές Φυλακές άνδρες της ΕΟΚΑ Β, οι οποίοι έχουν εξοπλισθεί μεταφέρονται με οχήματα προς το ΓΕΕΦ, κραυγάζουν συνθήματα εκδικήσεως ως θάνατος εις τους βασανιστές μας, θάνατος εις τους Μακαριακούς, θάνατος εις τους κομμουνιστές".

Και πρόσθεσε: "Ρίπτουν πυροβολισμούς εις τον αέρα. Νομίζω ότι θα υπάρξει μεγάλη αιματοχυσία".

Οι λόγοι αυτοί του αξιωματικού που ανέφερε εις τον φερόμενον ως υπεύθυνον του πραξικοπήματος περί των προθέσεων των αποφυλακισθέντων ανδρών της ΕΟΚΑ να προβούν σε αιματηρά αντίποινα με συγκλόνισαν πραγματικώς.

Πάντοτε ήμουν τεταγμένος υπέρ της ενότητος του Κυπριακού λαου. Πίστευα και πιστεύω μετά θρησκευτικής ευλαβίας εις την ανάγκην της ψυχικής ενότητος του λαού μας.

Οπως πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω εις την ψυχικήν ενότητα του στρατού και λαού. Αγωνίστηκα και από της Βουλής δι' αυτήν την ενότητα. Εγραψα μάλιστα και δύο ανοικτές επιστολές και προς τον Μακάριο και τον Γρίβα- Δεγενή και τους εκαλούσα να δώσουν τα χέρια, ώστε να επιτευχθεί η αναγκαία ενότης του μάρτυρος κυπριακού λαού.

Ενθυμούμαι τώρα την μεγάλην απήχηση που βρήκαν μέσα εις τες μάζες του λαού μας εκείνες οι επιστολές. Μόνο τους εξτρεμιστές των δυο πλευρών δεν ικανοποίησαν εκείνες οι επιστολές από των στηλών της ΜΑΧΗΣ προς τον Μακάριο και το Διγενή.

Μέσα εις το μυαλό μου ήλθαν σκηνές τρομερές του επαπειλουμένου εμφυλίου σπαραγμού. Είδα την φρίκη των αλληλοεξοντώσεων και των αντιποίνων και από τις δυο πλευρές.

Επρεπε να πράξω το παν να παρεμποδίσω τον κίνδυνον του εμφυλίου σπαραγμού. Μέσα μου πάλευε η προσήλωσις μου προς τα ιδεώδη της Δημοκρατίας μαζί με το καθήκον μου να σώσω εκατοντάδες και ίσως χιλιάδες συνανθρώπους μου, μάλλον αδελφούς μου, από την μισαράν αλληλοεξόντωση, κι' έλαβα την απόφαση μου να σηκώσω εις τους ώμους μου το βάρος και να αγωνισθώ να παρεμποδίσω τον σκοτωμόν των Μακαριακών και κατ επέκταση των γριβικών προτού άρχιζεν ο εμφύλιος πόλεμος.

Ομως σκέφθηκα και τους όρους που θα έβαλλα διά να δεχθώ το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Είπα εις τον εαυτόν μου ότι διά να μπορέσω πραγματικώς να επιτύψω την αποτροπήν της αιματοχυσίας έπρεπε να υποβάλω τους όρους που είχα ήδη ξεκαθαρίσει μέσα εις το μυαλό μου. Εάν οι όροι μου θα εγίνοντο αποδεκτοί τότε μόνον θα ορκιζόμουν. Πήρα τότε το λόγο και είπα ακριβώς τα εξής:

"Θα αποδεχθώ την τιμητική εκλογήν μου υπό των ενόπλων δυνάμεων υπό τις εξής προϋποθέσεις:

ΠΡΩΤΟ: Θα είμαι πραγματικά Πρόεδρος και θα εξασκώ εξουσίαν. Δεν θα ανεχθώ να παίξω το ρόλο πιονιού.

ΔΕΥΤΕΡΟ: Ουδεμία αντεκδίκηση θα γίνει. Δεν θα επιτρέψω να φονευθεί κανείς εκ των βασανιστών Μακαριακών και κομμουνιστών και ούτε θα επιτρέψω να κακοποιηθεί κανένας.

ΤΡΙΤΟ: Δεν θα διαλύσω τη Βουλή διότι είμαι υπέρ και πιστεύω εις την δημοκρατίαν. Θα προκηρύξω εκλογές μέσα σε ένα χρόνο και θα παραδώσω την εξουσίαν αφού θα γίνουν οι εκλογές.

ΤΕΤΑΡΤΟ: Θα χαρίσω τα αγροτικά χρέη.

ΠΕΜΠΤΟ: Θα μοιράσω εις τον λαόν την εκκλησιαστικήν και χαλίτικη γη".

Και συνέχισα ως ακολούθως:

"Κύριοι, εάν οι όροι μου αυτοί γίνουν αποδεκτοί τότε θα ορκισθώ. Εάν όχι τότε βρέστε άλλον. Εδω όμως να δηλώσω κατά την επίσημον ταύτην στιγμήν ότι εάν δεν συμφωνήσετε μαζί μου, τότε είναι κρίμα που κάνατε αυτή την επανάσταση, διότι απλώς επιτύχατε να φονεύσετε τον προηγούμενον Πρόεδρο και να αλλάξει το όνομα του Προέδρου. Και θα επιτύχετε όπως οι βασανισθέντες μετατραπούν εις βασανιστές και οι βασανιστές σε βασανιζομένους".

Οταν ωμίλουσα επεκράτει απόλυτος ησυχία. Ουδείς ωμιλούσε ή με διέκοψε. Μόλις ετελείωσα ο φερόμενος ως επικεφαλής του πραξικοπήματος, εισήλθεν εις το γραφείον του, αφού μου είπεν ότι θα μου απαντούσε σε λίγα λεπτά. Πρόσεξα ότι τον ηκολούθησαν και οι άλλοι δυο αξιωματικοί. Ο ένας μάλιστα είχε προλάβει και κράτησε σημειώσεις των όσων είχα πει.

Πέρασαν ακριβώς δέκα λεπτά. Κοίταξα το ρολόϊ μου. Η πόρτα του γραφείου άνοιξε και εξήλθεν ο ίδιος ο φερόμενος ως επικεφαλής του πραξικοπήματος. Χαμογελώντας προχώρησε προς το μέρος μου και μου είπε:

"Περάστε μέσα στο γραφείο".

Τον ηκολούθησα και μου προσέφερε κάθισμα. Με ηρώτησε αν ήθελα να μου προσφέρει ένα καφέ, πράγμα που δέκτηκα με ευχαρίστηση. Τότε μόνον πήρε τον λόγο για το συγκεκριμένο θέμα και μου είπε κατά λέξη τα εξής:

"Οι όροι σου γίνονται αποδεκτοί. Σου δίνω τον λόγο μου ότι θα τηρηθούν και ότι άπαντες θα σε υπακούνε. Το μόνο που σου ζητούμε και θέλουμε να σεβασθείς αυτή την αξίωση μας είναι να τοποθετήσες ως Υπουργούς ωρισμένους ανθρώπους που θα θέλουμε".

Ρώτησα πόσα Υπουργεία ήθελαν να τοποθετηθούν οι άνθρωποι της αρεσκείας των.

Μου απάντησε σε τρία -τέσσερα Υπουργεία.

Και συνέχισε:

"Δεν είναι του παρόντος όμως να ασχοληθούμε διά τα Υπουργεία. Εσύ εν τω μεταξύ, αφού ορκισθείς μπορείς να σκεφθείς ανθρώπους της ιδικής σου εμπιστοσύνης διά να τους ορκίσεις αύριον ως Υπουργούς. Μέχρις αύριο θα σου δώσουμε και τα ονόματα των ανθρώπων της δικής μας αρεκείας".

Δέχθηκα γιατί δεν μπορούσα να αρνηθώ να τοποθετήσω τρεις-τέσσερις Υπουργούς που δεν θα ήσαν της δικής μου εκλογής.

Σκοπός μου ήταν να σώσω τον τόπο από την αιματοχυσία, το δε θέμα παραχωρήσεως τριών-τεσσάρων Υπουργείων ήτο δι' εμέ την στιγμήν εκείνην που απειλείτο αιματοχυσία δευτερευούσης σημασίας.

Ο φερόμενος ως επικεφαλής του πραξικοπήματος τότε με συνεχάρει ως και όλοι οι αξιωματικοι και διέταξε κάποιον υφιστάμενον του να συνοδεύσει τον Μητροπολίτη Γεννάδιο διά να με ορκίσει.

Τότε σκέφθηκα ότι προτού ορκισθώ έπρεπε να εξασφαλίσω και την υπόσχεση των ελευθερωθέντων από τις φυλακές μελών της ΕΟΚΑ Β ότι θα πειθαρχούσαν εις εμέ και δεν θα προέβαιναν σε αντικδικήσεις και φόνους.

Είπα εις τον υπεύθυνον του πραξικοπήματος, ότι η ορκωμοσία έπρεπε να καθυστερήσει δι' ολίγον διότι επεθύμουν να ομιλήσω πρώτον προς τα αγανακτισμένα από τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστησαν κατά την κράτηση τους, μέλη της ΕΟΚΑ Β και να εξασφαλίσω την πειθαρχία τους. Η εισήγηση μου έγινεν αποδεκτή.

Ενώ μετέβαινα διά να ομιλήσω εις τα συγκεντρωμένα και οπλισμένα μέλη της ΕΟΚΑ εις την μεγαλην αυλήν προ του Αρχηγείου της Αστυνομίας βρήκα την ευκαιρίαν και έστειλα ένα μικρό στρατιωτικό αυτοκίνητο εις το σπίτι μου διά να μου φέρει ένα σακάκκι διότι ήμουν με υποκάμισο. Δεν μπορούσα να ορκισθώ Πρόεδρος και να μη φορώ σάκκο.

Οι συγκεντρωμένοι κάτω εις την αυλήν ελευθερωθέντες από τις κεντρικές φυλακές και τους αστυνομικούς άνδρες της ΕΟΚΑ Β φυσικά δεν γνώριζαν ότι θα ορκιζόμουν Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Πολλοί έτρεξαν προς το μέρος μου και μου φώναξαν να δω τα τραύματά που έφεραν διά να τα περιγράψω εις την εφημερίδα μου.

Τους φώναξα να ηρεμήσουν και να τηρήσουν ησυχία γιατί σκόπευα να τους ανακοινώσω κάτι πολύ σοβαρό. Τελικά κατωρθώθη να επικρατήσει ησυχία. Και τους ωμίλησα. Τους εξήγησα ότι μου επροτάθη να αναλάβω καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας. Τους είπα ότι θα εδεχόμουν την τιμηντικήν εκλογήν μου μόνον αν εκείνοι θα μου έδιδαν την υπόσχεσιν τους ότι θα επειθαρχούχαν εις τες διαταγές του κράτους και ότι δεν θα προέβαιναν εις οιασδήποτε φύσεως αντίποινα.

Αλλοι υποδέχθησαν τους λόγους μου με ζητωκραυγές και άλλοι φώναζαν ρυθμικά "θάνατος εις τους βασανιστές μας" κλπ. Μερικοί εκραύγαζαν "θέλουμε εκδίκηση" και ωρισμένοι άλλοι εσήκωσαν τους πεσμένους εις το έδαφος παράλυτους από τα βασανιστήρια συναδέλφους τους και φώναζαν να τους δω. Τους άφησα να φωνάζουν μέχρ που ξεθύμαναν και ησύχασαν και πάλι.

Πήρα αμέσως τον λόγο και τους είπα ότι δεν επρόκειτο να ορκισθώ και έκλεισα την ομιλία μου με τα εξής:

"Νόμιζα ότι εσείς είσθε πιο πολιτισμένοι από εκείνους που σας βασάνιζαν. Η εκδίκηση και οι φόνοι θα αποδείξουν ότι δεν διαφέρετε από εκείνους που σας βασάνιζαν. Εάν πειθαρχήσετε υπόσχομαι ότι όσοι βαρύνονται με εγκληματα και βασανιστήρια θα οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης και αν υπάρχουν αποδείξεις θα τιμωρηθουν.

Πρέπει να μου έχετε εμπιστοσύνην γιατί και εγώ υπήρξα αγωνιστής του αρχηγού Γεωργίου Γρίβα- Διγενή εις το έπος του 1955-1959. Περιμένω την απάντησή σας".

Απαντες οι συγκεντρωμένοι άρχισαν να φωνάζουν ότι θα πειθαρχήσουν και ότι έτρεφον εμπιστοσύνην εις το πρόσωπον μου, και άρχισαν να ζητωκραυγάζουν διά τον νέον Πρόεδρον. Τους ευχαρίστησα διά τον πατριωτισμόν τους και τόνισα τα εξής:

"Μου δώσατε τον λόγο σας σαν αγωνιστές. Οποιος παρ' ελπίδα δεν τον τηρήσει να είσθε βέβαιοι ότι θα τον συλλάβω και θα τον στείλω εις τες Κεντρικές Φυλακές. Θα είμαι αμείλικτος μαζί του".

Ανέβηκα ξανά εις τον Β όροφον του ΓΕΕΦ. Τα πάντα ήσαν έτοιμα διά την ορκωμοσίαν. Περιμέναμε ακόμα δύο-τρία λεπτά μέχρι να μου φέρουν το σακκάκι μου. Και ενώπιον όλων των παρευρισκομένων αξιωματικών, ο Μητροπολίτης Γεννάδιος με ώρκισε εις το ιερόν Ευαγγέλιο, Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μαζί με τον Μητροπολίτη Γεννάδιο ευρίσκετο και ο Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Μαλλουρής.

Η ορκωμοσία εγένετο την 3ην απογευματινήν ώραν. Απαντες οι παρευρθέντες με συνεχάρησαν με θερμές χειραψίες και φιλιά. Πολλοί στρατιώτες απολυθέντες εκ των φυλακών, αστυνομία και πολίτες που ήσαν εις το ΓΕΕΦ περνούσαν και με χαιρετούσαν με δάκρυα εις τους οφθαλμούς. Η χαρά τους ήταν πραγματικά έκδηλος.

Μετά την τελετή της ορκωμοσίας μου ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας διέταξα να μεταβουν αυτοκίνητα της Αστυνομίας εις τας οικίας των κ.κ. Ανδρέα Παρισσινού, οδοντιάτρου και εκλεκτού μου φίλου και πολιτικού μου συνεργάτου και Μιχαλάκη Παντελίδη, βοηθού Αρχηγού της Αστυνομίας, πατέρα του πεσόντος ήρωος Κωστάκη Παντελίδη.

Ταυτοχρόνως έξεδωκα διαταγήν προς τις ένοπλες δυνάμεις. Η διαταγή μου ήτο η ακόλουθη:

"Ουδείς των συλληφθέντων ή των συλλαμβανομένων να κακοποιηθεί. Η συμπεριφορά σας προς τους συλληφθέντας πρέπει να είναι άψογος. Αποδείξατε ότι είσθε πολιτισμένοι. Οιοσδήποτε παρακούσει τη διαταγή μου θα τιμωρηθεί παραδειγματικά."

Παράλληλα ο Νίκος Σαμψών μετά την ορκωμοσία του εξήγγελλε μέσω του ραδιοφώνου με μήνυμά του προς τον Κυπριακό λαό τους στόχους της Κυβέρνησης του.

Ανέφερε στο διάγγελμά του:

"Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ,

Εν ονόματι θεού και ανθρώπων και κατόπιν τιμητικής επιλογής μου υπό των Ενόπλων Δυνάμεων του λαού μας, ανέλαβον σήμερον την Προεδρίαν της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Είναι εις όλους σας γνωστά τα μέχρι σήμερον διατρέξαντα, που επέβαλαν την σωτήριον επέμβασιν των στρατευμένων τέκνων της πατρίδας μας.

Δι' αυτό με ιδιαιτέραν υπερηφάνειαν αναλαμβάνω σήμερον τα υψηλά μου καθήκοντα πεπεισμένος, ότι το δοκιμαζόμενον σκάφος της Κύπρου θα οδηγηθεί εις λιμένα της ψυχικής ενότητος και ηρεμίας Λαού και Στρατού.

Σκοποί της Κυβερνήσεως μου:

1ον. Αμεσος αποκατάστασις του νόμου και της τάξεως.

2ον. Αποκατάστασις της ηρεμίας και της τάξεως εις όλους τους κόλπους της Εκκλησίας μας.

3ον. Αμεσος αντιμετώπισις των φλεγόντων προβλημάτων όλων των τάξεων του λαού μας, διά σοβαράς μελέτης και ρεαλιστικής πολιτικής.

4ον. Συνέχισις της διαδικασίας επιλύσεως του Κυπριακού προβλήματος δια των ενισχυμένων διακοινοτικών συνομιλιών.

5ον. Η εξωτερική μας πολιτική θα έχη γνώμονα την φιλίαν και συνεργασίαν μεθ' όλων των κρατών. Θα παραμεινη η Κύπρος αδέσμευτος προσφέρουσα φιλίαν εις όλους, αλλά απαιτούσα σεβασμόν υφ όλων.

6ον. Προκήρυξις ελευθέρων και αδιαβλήτων εκλογών το ταχύτερον δυνατόν, ουχί δε πέραν του έτους ίνα δοθή το δικαίωμα και η ευκαιρία εις κάθε Ελληνα της Κύπρου να εκλέξη ελευθέρως την Κυβέρνησιν του.

Ζήτω ο Ελληνικός Κυπριακός λαος.

Ζήτω το στρατευμένα τέκνα της Κύπρου.

Ο Θεός είναι μαζί μας".

Η συνέχεια όμως για τον Νίκο Σαμψών ήταν πολύ δύσκολη.