Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

17.3.1973: Η Ελληvική Κυβέρvηση αvακρoύει πρύμvα και αλλάζovτας τακτική καλεί τoυς Μητρoπoλίτες, τoυς oπoίoυς επαιvoύσε αρχικά, vα συμβιβαστoύv με τov Αρχιεπίσκoπo, εvώ η ελληvική Εκκλησία θεωρεί αvτικαvovική τηv "καθαίρεση" τoυ Μακαρίoυ.

S-1919

17.3.1973: Η ΕΛΛΗΝΙΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΝΑΚΡΟΥΕΙ ΠΡΥΜΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΚΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ, ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΥΠΟΚΙΝΟΥΣΕ ΑΡΧΙΚΑ, ΝΑ ΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΥΝ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΕΝΩ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΘΕΩΡΕΙ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΗ ΤΗΝ "ΚΑΘΑΙΡΕΣΗ" ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ

Γεώργιος Παπαδόπουλος, ηγετης της ελληνικής χούντας: Αλλαξε τακτική και δεν επέμενε στη δράση των Μητροπολιτών εναντίον του Μακαρίου τους οποίους η χούντα είχε υποκινήσει αρχικά

Με την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου η Κυβέρνηση της ελληνικής χούντας ανέκρουσε πρύμνα- τουλάχιστον δημόσια και έτσι αφού δεν μπορούσε να δαγκώσει το χέρι του Μακαρίου αναγκάστηκε να το φιλήσει ή να συμβιβαστεί με αυτόν.

Εξ άλλου αυτή την περίοδο οι ενδοκυπριακές συνομιλίες συνεχίζονταν με τις ευλογίες της και με την παρουσία ανθρώπου της σ' αυτές, του συνταγματολόγου Μιχαήλ Δεκλερή, (μαζί με τον τούρκο Αλντικαστή) γνώριζε κάθε κίνηση ή μπορούσε να τις κατευθύνει.

Ετσι η χούντα, που είχε υποκινήσει τους τρεις Μητροπολίτες εναντίον του Μακαρίου παρουσιαζόταν αυτή την περίοδο να μην ευνοεί πλέον την κίνηση των τριών εναντίον του την οποία είχε υποκινήσει για άλλους λόγους σε άλλες μέρες.

Ενας άλλος λόγος που οδήγησε στη βελτίωση των σχέσεων Μακαρίου- χούντας ήταν και οι φήμες ότι η χούντα είχε αποστείλει στην Κύπρο τρεις αξιωματικούς για να δολοφονήσουν τον Γεώργιο Γρίβα, προφανώς γιατί δεν μπορούσε να τον ελέγξει. Και ο αγώνας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για εξασθένηση του Γρίβα και των ανθρώπων που υπεράσπιζε όπως ήταν οι Μητροπολίτες, την ανάγκαζε να παίρνει άλλες θέσεις, παρά προηγουμένως, έστω και αν σε κάποιο στάδιο είχε συγkρουσθεί με τον Αρχιεπίσκοπο.

Για το γεγονός της αποστολής τριων ελλαδιτών στην Κύπρο, για να δολοφονήσουν τον Γρίβα, είχαν γίνει και δημόσιες καταγγελίες, αλλά απόδειξη δεν παρουσιάστηκε ποτέ. Ο ίδιος ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έσπευσε από τους πρώτους να συγχαρεί τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο για την επανεκλογή του στην προεδρία της Δημοκρατίας στις 8 Φεβρουαρίου:

"Μακαριώτατε,

Επί χθεσινή ανακηρύξει Υμετέρας Μακαριότητος ως Προέδρου Κυπριακής Δημοκρατίας διά νέαν περίοδον, παρακαλώ δεχθήτε θερμά συγχαρητήρια Μητρός-Πατρίδος και κυβερνήσεως αυτής" ανέφερε ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος την επομένη της ανακήρυξης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Ετσι όταν οι τρεις Μητροπολίτες Κύπρου Πάφου Γεννάδιος, Κιτίου Ανθιμος και Κυρηνείας Κυπριανός αποφάσισαν στις 7 Μαρτίου 1973 να "καθαιρέσουν" τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, γιατί δεν εγκατέλειπε το κοσμικό αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο νέος πρέσβης της Ελλάδας στη Λευκωσία, Ευστάθιος Λαγάκος, κινήθηκε δραστήρια και έσπευσε την Αθήνα για συζήτηση των εξελίξεων και με την ελπίδα ότι η Κυβέρνηση της Χούντας, αλλά και η Εκκλησία της Ελλάδας θα συνταυτιζόταν με τους άλλους ιεράρχες που είχαν ήδη καταδικάσει την ενέργεια των τριών Μητροπολιτών.

Ο Λαγάκος παρουσιαζόταν να μη ανησυχεί τόσο για το εκκλησιαστικό θέμα όσο για την πορεία του Κυπριακού και εξέφραζε φόβους για σοβαρές επιπτώσεις στις συνομιλίες που συνέχιζαν ο Πρέοδρος της Βουλής Γλαύκος Κληρίδης με τον Ραούφ Ντενκτάς.

Εγραφε σχετικά ο "Φιλελεύθερος" στις 10 Μαρτίου επομένη της μετάβασης του Λαγάκου στην Αθήνα:

ΑΓΩΝ 9 3 1973

"Ο κ. Λαγάκος συνηντήθη προσφάτως μετά των Μητροπολιτών και υπέδειξειν εις αυτούς τας δυσμενείς επιπτώσεις επί του εθνικού θέματος και επί της εσωτερικής καταστάσεως της Κύπρου εκ τυχόν αποφάσεως των για "καθαίρεσιν του Μακαριωτάτου".

Ο Λαγάκος συναντήθηκε την ίδια ημέρα με τον αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών Φαίδωνα Αννινο Καβαλιεράτο.

Ο Καβαλιεράτος έσπευσε στον πρωθυπουργό της Χούντας Γεώργιο Παπαδόπουλο και την ίδια μέρα προέβη σε δήλωση με τη οποία εξέφραζε την ανησυχία των Αθηνών από την απόφαση των τριών Μητροπολιτών, από την οποία, όπως είπε, απορρέουν εξελίξεις που επιτείνουν την διχόνοια του Κυπριακού ελληνισμού που είναι δυνατό να επηρεάσουν δυσμενώς το κυπριακό.

Ανέφερε ο Καβαλιεράτος στη δήλωση του:

"Η Κυβέρνησις διά του εν Κύπρω πρεσβευτού κ. Ευσταθίου Λαγάκου είχεν υπογραμμίσει σαφώς και διά μακρών εις τους τρεις Μητροπολίτας της Κύπρου τας γενικωτέρας συνεπείας και τας επιπτώσεις τας οποίας θα είχεν η μελετωμένη υπ' αυτών απόφασις.

Ηδη μετά την λήψιν της εν λόγω αποφάσεως, η Κυβέρνησις παρακολουθεί μετά μεγάλης ανησυχίας τας εξελίξεις, αι οποίαι πηγάζουν εκ της αποφάσεως και αι οποίαι ως επιτείνουσαι την διχόνοιαν του Κυπριακού Ελληνισμού, είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς το μέγα εθνικόν θέμα μας".

Ενώ οι διάφοροι εκκλησιαστικοί ηγέτες από τις διάφορες χώρες έσπευδαν να διαδηλώσουν την υποστήριξη τους στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, οι τρεις Μητροπολίτες ήλπιζαν ότι από την Εκκλησία της Ελλάδας θα εξασφάλιζαν υποστήριξη.

Ομως βρήκαν τις πόρτες κλειστές.

Στην Αθήνα πήγαν ο Πάφου Γεννάδιος και ο Κιτίου Ανθιμος.

Πριν από την αναχώρηση τους απαντώντας σε ερώτηση ποια θα είναι η στάση τους αν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας τους συμβουλεύσει να τερματίσουν τις ενέργειες τους εναντίον του

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 9 3 1973

Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, είπαν ότι αυτό αποκλείεται να γίνει γιατί πρόκειται για εκκλησιαστικό θέμα.

Οι δύο Μητροπολίτες πήγαν στον Ιερώνυμο (17.3.1973) ο οποίος αντί υποστήριξης, τους κάλεσε να συμφιλιωθούν με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο με γνώμονα πάντοτε το εθνικό και εκκλησιαστικό συμφέρο- τασσόμενος έτσι με τη γραμμή της κυβέρνησης Παπαδοπούλου.

Ο Ιερώνυμος θεωρείτο όργανο της χούντας η οποία είχεν υποκινήσει αρχικά τους τρεις Μητροπολίτες.

Η Ιερώνυμος και η Ελληνική Εκκλησία, όπως και άλλες Εκκλησίες, στηρίζονταν στους ιερούς κανόνες γύρω από την καθαίρεση Επισκόπου και ιδιαίτερα στον κανόνα ΙΒ της Καρθαγένης που προέβλεπε σαφώς ότι χρειάζονταν 12 Επίσκοποι και όχι τρεις για καθαίρεση.

Ανέφερε σε δήλωση του ο Ιερώνυμος (Φιλελεύθερος 22 3.1973) σύμφωνα με το επίσημο Αθηναϊκό Πρακτορείο ειδήσεων:

"Του θέματος της καθαιρέσεως του προκαθημένου της κυπριακής Εκκλησίας, υπό των τριών Μητροπολιτών της Κύπρου δεν έλαβεν εισέτι επισήμως γνώσιν η Εκκλησία της Ελλάδος. Η Ιερά, όμως, Σύνοδος αυτής, η οποία συνέρχεται εντός των ημερών, είναι εμμέσως εν πάση περιπτώσει υποχρεωμένη να λάβη όπωσδήποτε θέσιν, καθ' όσον θα πρέπει να ρυθμίση τας περαιτέρω μετά της κυπριακής Εκκλησίας σχέσεις αυτής.

Εν προκειμένω ως και άπασαι αι Ορθόδοξοι εκκλησίαι, η Ιερά Σύνοδος θα οδηγηθή εις την απόφασιν της, λαμβάνουσα υπ' όψιν τα υπό των ιερών κανόνων οριζόμενα.

"Και πρώτον εκείνα τα οποία ανεξαρτήτως του κατηγορητηρίου αναφέρονται εις την συγκρότησιν του Δικαστηριου του δικάσαντος τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον κ. Μακάριον.

Επί του σημείου δε τούτου οι Ιεροί κανόνες ιδία δε ο ΙΒ της εν Καρθαγένη Συνόδου, είναι απολύτως σαφείς και μάλιστα επί κατηγορουμένου απλώς Επισκόπου, όχι προκαθημένου μιάς Εκκλησίας.

Κατά τους ιερούς, λοιπόν, κανόνας, ίνα δικασθή εις Επίσκοπος απαιτείται όπως εις το Δικαστήριον συμμετέχουν τουλάχιστον 12 Επίσκοποι απαγορεύεται δε ρητώς η εκδίκασις της υποθέσεως υπό δύο μόνον ή τριών Επισκόπων.

Τούτο κατ' έτος και προ της εκδόσεως του ΙΒ Κανόνος της εν Καρθαγένη συνόδου ως το πληροφοροούμεθα εκ της περιπτώσεως της καθαιρέσεως του Επισκόπου Βόστρων Βαγαδίου, ο οποίος είχε καθαιρεθή υπό δύο μόνον Επισκόπων. Η καθαίρεσις αυτή κατεκρίθη ως άκυρος υπό μεγάλης συνόδου συνελθούσης εν Κωνσταντινουπόλει υπό την προεδρίαν του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Νεκταρίου (381-397 μ.Χ.) μετεχόντων του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης και άλλων πατέρων της Εκκλησίας διότι εθεωρήθη ως μη επιτρεπόμενον "μηδέ παρά τριών μητοίγε παρά δύο, τον υπεύθυνον δοκιμαζόμενον καθαιρίσθαι αλλά γαρ πλείονας συνόδου ψήφω και των της επαρχίας καθώς και οι αποστολικοί κανόνες διωρίσατο" (Εν Ράλλη και Παυλή, τομ. Γ. σελ. 626-627).

ΑΓΩΝ 10 3 1972

Θα ληφθή, όμως υπ' όψιν υπό της Ιεράς Συνόδου και έτερος ιερός κανών: Είναι ο ΙΕ της λεγομένης Πρωτοδευτέρας, εν Κωνσταντινουπόλει συνόδου του 861 μ.Χ. Κατά τον ιερόν αυτόν Κανόνα δεν επιτρέπεται να χωρισθή ο κληρικός από του Προκαθημένου ειμή μόνον εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν ούτος κηρύτει δημοσία και "γυμνή τη κεφαλή επ' εκκλησίας" διδάσκει αίρεσιν παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων "κατεγνωσμένην" (εν Ράλλη και Παυλή, τόμος Β σελ. 693).

Τούτο αποτελεί ως λέγει ο κανών όχι μόνον δικαίωμα αλλά και υποχρέωσιν παντός κληρικού. Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν η διακοπή των σχέσεων μετά του Προκαθημένου δηλαδή του Αρχιεπισκόπου προτού ούτος δικασθή κατά τρόπον σύμφωνον προς τους ιερούς κανόνας απαγορεύεται υπό του κανονικού δικαίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Επομένως πάσα άλλη ενέργεια υπό οιουδήπτε καθ' οιανδήποτε άλλον τρόπον και δι' οιουσδήποτε άλλους λόγους, γινομένη είναι αντίθετος προς τους ιερούς κανόνας".

Η ίδια κυπριακή εφημερίδα παρέθετε και τα ακόλουθα σχετικά με τη συνάντηση του Ιερώνυμου με τους δύο Μητροπολίτες:

"Η συζήτησις του Αρχιεπισκόπου Αθηνών μετά των σεβασμιωτάτων Πάφου κ. Γενναδίου και Κιτίου κ. Ανθίμου, διήρκεσεν επί δύο περίπου ώρας, κατ' αυτήν δε αμφότεροι ανέπτυξαν πλήρως την άποψιν των και υπεστήριξαν ότι ενήργησαν ορθώς υποστηρίζοντες ότι η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι καλώς πληροφορημένη επι του θέματος.

Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος απαντών εις τους δύο κυπρίους συνοδικούς, εξέθεσε την θέσιν της Εκκλησίας της Ελλάδος και αφού ανεφέρθη εις τους Κανόνας υπέδειξε όπως επιδιωχθή συμφιλίωσις μετά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Ειδικώτερον ο κ. Ιερώνυμος υπεγράμμισε τους δημιουργουμένους κινδύνους διά την Εκκλησίαν της Κύπρου και εκάλεσε τους δύο Μητροπολίτας να εγκαταλείψουν την αδιάλλακτον στάσιν των, εμπνεόμενοι από εθνικόν καθήκον.

Εποικολούθησε συζήτησις, η οποία εις ωρισμένα σημεία ήτο έντονος, δεδομένου ότι οι κ.κ. Γεννάδιος και Ανθιμος επανέλαβον ότι ασχέτως των προβαλλομένων αντιθέτων επιχειρημάτων αυτοί θεωρούν την απόφασιν των ως νομοκανονικήν και εμμένουν εις την εφαρμογήν της.

Ούτω η συζήτησις έληξε χωρίς να μεταβληθή η στάσις του αρχηγού της Ελληνικής Εκκλησίας, ο οποίος παρέμεινεν αμετακίνητος εις τας απόψεις του. Τούτο κατέστησε σαφές ο κ. Ιερώνυμος όταν προέβη εις την ακόλουθον βραχείαν δήλωσιν:

" Η θέσις της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι γνωστή εκ της γενομένης ήδη δηλώσεως. Και η θέσις παραμένει πάντοτε η αυτή".

Ακολούθησε συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ελλάδας η οποία σε ανακοινωθέν της επαναλάμβανε τα ίδια καταδικαστικά για τους δύο Κυπρίους Μητροπολίτες:

" Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος σεβομένη τα κυριαρχικά δικαιώματα της αδελφής Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Κύπρου, απεφάνθη ομοφώνως ότι δεν δύναται να επιληφθή της ουσίας του θέματος της, υπό του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου ασκήσεως κοσμικής εξουσίας και κρίσεως επ' αυτής, ως κανονικώς αναρμοδία.

Ακόμα ένα στιγμιότυπο από την αναχώρηση των Μητροπολιτών Γενναδίου και Ανθίμου στην Αθήνα για επαφές αλλά όπου βρήκαν τις πόρτες κλειστές

Θα συνεχίσω όμως τας κανονικάς σχέσεις μετά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και μετά την ληφθείσαν απόφασιν των τριών Μητροπολιτών θεωρούσα την διαδικασίαν της εκδικάσεως ως μη ερειδομένην επί των ιερών Κανόνων και θα τεθή εις την διάθεσιν της Κυπριακής Εκκλησίας εάν λυθή προκειμένου να προσφέρη τας καλάς της υπηρεσίας προς επίλυσιν του ζητήματος".

Ενώ οι τρεις Μητροπολίτες προσπαθούσαν να βρουν υποστήριξη η Ελληνική Κυβέρνηση ξεκαθάρισε μια και καλή τη θέση της που ήταν διάφορη από εκείνην του παρελθόντος και ιδιαίτερα επί Κωνσταντίνου Παναγιωτάκου, ο οποίος μάλιστα τους είχε υποκινήσει εναντίον του Μακαρίου.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Αννινος Καβαλιεράτος με μια νέα δήλωση του ξεκαθάρισε μια και καλή ότι η Ελλάδα δεν αναγνώριζε την απόφαση των τριών και τη θεωρούσε αντικανονική και τους κατηγορούσε ότι με την απόφαση τους συνέβαλαν σε διάσπαση του κυπριακού λαού και εξασθενούσαν τη θέση της ελληνικής πλευράς στο κυπριακό.

Ανέφερε ο Καβαλιεράτος στη νέα του δήλωση (17.3.1973):

"Αι πλείσται Ορθοδοξοι Εκκλησίαι μεταξύ των οποίων και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και Πάσης Ελλάδος αμφισβητούν την ορθότητα και το κανονικόν της αποφάσεως την οποίαν έλαβον οι τρεις σεβασμιώτατοι Μητροπολίται. Κατόπιν τούτου θεωρούμεν ότι η κατάστασις παραμένει όσον αφορά τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Κύπρου ως το προ της λήψεως της αποφάσεως αυτής.

Οσον αφορά τας συνεπείας της αποφάσεως αυτής επωφελούμαι και πάλιν της ευκαιρίας διά να εκφράσω την ανησυχίαν μας διά ταύτας. Ο,τιδήποτε συμβάλλει εις την διάσπασιν του ελληνισμού της Κύπρου, ως δυστυχώς συμβαίνει με την απόφασιν αυτήν εξασθενεί την θέσιν μας εις το κυπριακόν πρόβλημα και δη καθ' ην στιγμήν τούτο εισέρχεται εις λεπτήν φάσιν".

Ετσι η χουντα άφηνε ουσιαστικά έκθετους τους τρεις Μητροπολίτες.